Νόμος 3057/02 - Άρθρο 7

Άρθρο 7


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Στο νόμο 2725/1999 προστίθεται άρθρο 41ΣΤ που έχει ως εξής:

 

{Άρθρο 41ΣΤ: Αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις

 

1. Με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και χρηματική ποινή, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη, τιμωρείται όποιος εκ προθέσεως μέσα σε αθλητικές εγκαταστάσεις ή στον αμέσως περιβάλλοντα χώρο τους ή στις βοηθητικές εγκαταστάσεις ή στους χώρους προσέλευσης και στάθμευσης, κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδήλωσης:

 

α) ρίχνει προς τον αγωνιστικό χώρο ή εναντίον άλλου οποιοδήποτε αντικείμενο, που μπορεί να προκαλέσει έστω και ελαφρά σωματική βλάβη,

 

β) βιαιοπραγεί κατά άλλου, ανεξάρτητα εάν από τη βιαιοπραγία επήλθε σωματική βλάβη, ή εκτοξεύει απειλές κατά προσώπου, το οποίο σύμφωνα με τους κανονισμούς της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας αναγράφεται στο φύλλο αγώνα,

 

γ) κατέχει ή χρησιμοποιεί αντικείμενα που μπορούν να προκαλέσουν σωματικές βλάβες,

 

δ) κατέχει ή χρησιμοποιεί βεγγαλικά, καπνογόνα, κροτίδες και γενικά εύφλεκτες ύλες.

 

2. Με φυλάκιση μέχρι ενός έτους και χρηματική ποινή, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη, τιμωρείται όποιος:

 

α) χωρίς δικαίωμα από το νόμο ή τους κανονισμούς της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας ή υπερβαίνοντας το δικαίωμά του αυτό, εισέρχεται με σκοπό τη διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα ή την πρόκληση επεισοδίων, λόγω του αποτελέσματός του, κατά τη διάρκεια αθλητικής συνάντησης ή αμέσως πριν από την έναρξη ή αμέσως μετά τη λήξη της, στον αγωνιστικό χώρο ή στο χώρο των αποδυτηρίων των αθλητών και των διαιτητών ή στους διαδρόμους που συνδέουν τους ανωτέρω χώρους,

 

β) τελεί κάποια από τις πράξεις της προηγούμενης παραγράφου με αφορμή μία αθλητική εκδήλωση πριν από την έναρξη ή μετά τη λήξη της ή μακριά από το χώρο που προορίζεται για την εκδήλωση αυτήν.

 

3. Αν οι πράξεις των παραγράφων 1 και 2 τελέστηκαν υπό περιστάσεις που μαρτυρούν ότι ο δράστης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την ομαλή τέλεση των αθλητικών εκδηλώσεων, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης μέχρι τριών ετών, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη. Για την εφαρμογή του παρόντος, ιδιαίτερα επικίνδυνος χαρακτηρίζεται ιδίως ο δράστης που αποδεικνύεται ότι έχει τελέσει στο παρελθόν αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή ότι συμμετέχει στην τέλεση των πράξεων έχοντας αρχηγικό ρόλο ή ενήργησε βάσει οργανωμένου εγκληματικού σχεδίου ή προξένησε σημαντικής έκτασης φθορές ή βλάβες σε έννομα αγαθά τρίτων.

 

4. Η τέλεση των εγκλημάτων της διέγερσης (άρθρα 183 - 185 του Ποινικού Κώδικα), της διατάραξης της κοινής ειρήνης (άρθρο 189 του Ποινικού Κώδικα), της διατάραξης της ειρήνης των πολιτών (άρθρο 190 του Ποινικού Κώδικα), της καθύβρισης θρησκευμάτων (άρθρο 199 του Ποινικού Κώδικα), της παρακώλυσης συγκοινωνιών (άρθρο 292 του Ποινικού Κώδικα), της απλής, απρόκλητης και επικίνδυνης σωματικής βλάβης (άρθρα 308, 308Α και 309 του Ποινικού Κώδικα), της συμπλοκής (άρθρο 313 του Ποινικού Κώδικα), της παράνομης βίας (άρθρο 330 του Ποινικού Κώδικα), της απειλής (άρθρο 333 του Ποινικού Κώδικα), της διατάραξης οικιακής ειρήνης (άρθρο 334 του Ποινικού Κώδικα), της προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας (άρθρο 337 του Ποινικού Κώδικα), της πρόκλησης σκανδάλου με ακόλαστες πράξεις (άρθρο 353 του Ποινικού Κώδικα), της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (άρθρα 381 και 382 του Ποινικού Κώδικα) και της εκβίασης (άρθρο 385 του Ποινικού Κώδικα), υπό τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, θεωρείται ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση και η επιβαλλόμενη ποινή μπορεί να ξεπεράσει το ανώτατο όριο που προβλέπεται γι' αυτά στον Ποινικό Κώδικα και να φτάσει στο ανώτατο όριο του είδους της ποινής.

 

5. α) Σε περίπτωση καταδίκης για πράξεις που αναγράφονται στις παραγράφους 1 έως 4 το δικαστήριο με την ίδια απόφαση απαγορεύει στον υπαίτιο να προσέρχεται και να παρακολουθεί για χρονικό διάστημα έξι μηνών μέχρι δύο ετών αθλητικές συναντήσεις στις οποίες μετέχει ομάδα του αγώνα κατά τον οποίο ή με αφορμή τον οποίο τελέστηκε η αξιόποινη πράξη ή και άλλες ομάδες. Επίσης, το δικαστήριο επιβάλλει στον υπαίτιο για όσο χρόνο διαρκεί η απαγόρευση την υποχρέωση να εμφανίζεται πριν από την έναρξη της αθλητικής συνάντησης στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας ή διαμονής του και να παραμένει εκεί καθ' όλη τη διάρκειά της.

 

β) Η διάρκεια της έκτισης της ανωτέρω παρεπόμενης ποινής υπολογίζεται από την επομένη της ημέρας κατά την οποία συμπληρώθηκε ή ανεστάλη ή διακόπηκε η έκτιση της κύριας στερητικής της ελευθερίας ποινής.

 

γ) Εάν ο δράστης κάποιας πράξης από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου είναι ανήλικος, η παρεπόμενη ποινή της περίπτωσης α' της παραγράφου αυτής επιβάλλεται και εκτελείται σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από την αναμορφωτική ή άλλη μεταχείρισή του.

 

δ) Η παραβίαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την επιβολή της παρεπόμενης ποινής τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους και χρηματική ποινή.

 

ε) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης, Δικαιοσύνης και Πολιτισμού ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια της παραγράφου αυτής.

 

6. α) Τα αδικήματα του παρόντος άρθρου διώκονται πάντοτε αυτεπαγγέλτως. Καθ' ύλην αρμόδιο για την εκδίκασή τους είναι το τριμελές πλημμελειοδικείο του τόπου τέλεσής τους.

 

β) Εκείνος που καταδικάστηκε για αδίκημα του παρόντος άρθρου και ο εισαγγελέας έχουν δικαίωμα να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης, εάν με αυτή επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών. Η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης και η άσκηση εφέσεως δεν αναστέλλουν την εκτέλεσή τους. Σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί να διατάξει, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 497 του [Π] Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, την αναστολή εκτέλεσής της κύριας ποινής που επιβλήθηκε με την πρωτόδικη απόφαση. Η απόφαση που διατάσσει την αναστολή ορίζει εάν αυτή ισχύει έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή για χρονικό διάστημα που ρητά μνημονεύεται, προκειμένου ο κατηγορούμενος να καλύψει επείγουσες ανάγκες δικές του ή της οικογένειάς του. Η παρεπόμενη ποινή, που επιβλήθηκε κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ουδέποτε αναστέλλεται.

 

γ) Ο εισαγγελέας, με διάταξη που εκδίδει πριν από την παραγγελία για την απόλυση του κατηγορουμένου, εντέλλεται προς την αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας ή διαμονής του την εκτέλεση της παρεπόμενης ποινής, μνημονεύοντας τη διάρκειά της ή, εάν έχει ήδη εκτιθεί τμήμα της, το υπόλοιπό της. Ο κατηγορούμενος πριν απολυθεί λαμβάνει γνώση του περιεχομένου της διάταξης.

 

7. Η διαδικασία των άρθρων 275, 409 και 417 του [Π] Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν εφαρμόζεται για πταίσματα ή πλημμελήματα, αν η πράξη στρέφεται κατά της τιμής ή αφορά εντελώς ελαφρά ή ασήμαντη σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας και φέρεται ότι διαπράχθηκε από διαιτητή οποιουδήποτε αθλήματος ή βοηθό του κατά την εκτέλεση των σχετικών με τον αγώνα καθηκόντων τους, ή από αθλητή κατά τη συμμετοχή του σε αθλητική συνάντηση.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.