Νόμος 3855/10 - Άρθρο 16

Άρθρο 16: Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ του τελικού καταναλωτή και της Επιχείρησης Ενεργειακών Υπηρεσιών και περιλαμβάνει τα τυπικά στοιχεία μιας σύμβασης, όπως προβλέπονται στο νόμο [Ν] 2251/1994 (ΦΕΚ 191/Α/1994) για την προστασία των καταναλωτών. Στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης ρυθμίζονται ιδίως τα ακόλουθα:

 

α) ο σχεδιασμός και η διαχείριση της παρεχόμενης ενεργειακής υπηρεσίας και του ενεργειακού έργου,

 

β) η μεθοδολογία εκτίμησης της εξοικονομούμενης ενέργειας και αποτίμησης του προκύπτοντος συνολικού οικονομικού οφέλους,

 

γ) η αγορά, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία του απαραίτητου ενεργειακού εξοπλισμού, όπως ηλεκτρομηχανολογικά και ηλεκτρονικά συστήματα, καθώς και τα υλικά κτιριακού κελύφους, σταθερά ή μη, που βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση,

 

δ) η διαχείριση, ο τρόπος λειτουργίας του εξοπλισμού και η συντήρηση του,

 

ε) το συνολικό κόστος του έργου, το οποίο αποτελείται από το κόστος προμήθειας και εγκατάστασης του απαραίτητου εξοπλισμού, το κόστος λειτουργίας και συντήρησης του, το κόστος χρηματοδότησης και την αμοιβή της Επιχείρησης Ενεργειακών Υπηρεσιών,

 

στ) η διαδικασία αποτίμησης του ενεργειακού οφέλους και

 

ζ) ο τρόπος και χρόνος αποπληρωμής.

 

2. Στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης μπορεί να συμμετέχει και τρίτος, ιδίως τράπεζες ή άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την παρεχόμενη ενεργειακή υπηρεσία.

 

Ο τελικός καταναλωτής αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει στην Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών ή στον ως άνω τρίτο χρηματοδότη, όταν είναι άλλος από την Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών, συμβατικό οικονομικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης ενεργειακής υπηρεσίας με βάση την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται. Το οικονομικό αντάλλαγμα της Επιχείρησης Ενεργειακών Υπηρεσιών συνίσταται σε ποσοστό επί του οικονομικού οφέλους που προκύπτει από την εξοικονόμηση ενέργειας του τελικού καταναλωτή.

 

Ειδικότερα στα δίκτυα ηλεκτροφωτισμού δημόσιων κοινόχρηστων χώρων, λόγω της αδυναμίας παρακολούθησης της ενδεχόμενης αύξησης του φορτίου από πλευράς του φορέα, η εξοικονόμηση ενέργειας θα πιστοποιείται από τακτικούς επιτόπιους ελέγχους.

 

3. Η Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών υποχρεούται να διασφαλίζει την εξοικονόμηση ενέργειας και το οικονομικό όφελος καθ' όλη τη διάρκεια του συμβατικού χρόνου, η επίτευξη των οποίων επαληθεύεται σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται επακριβώς στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης. Αντίθετη συμφωνία των μερών είναι αυτοδικαίως άκυρη.

 

Σε περίπτωση που το οικονομικό όφελος από την εξοικονόμηση ενέργειας είναι μικρότερο από το συμβατικά καθορισμένο, η Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών είναι υποχρεωμένη να καταβάλει στον τελικό καταναλωτή τη διαφορά ή αυτός να καταβάλει οικονομικό αντάλλαγμα μικρότερο από το συμφωνηθέν, υπό τον όρο ότι ο τελευταίος λειτουργεί τον ενεργειακό εξοπλισμό σύμφωνα με τους όρους της μεταξύ τους σύμβασης.

 

Σε περίπτωση που το οικονομικό όφελος από την εξοικονόμηση ενέργειας υπερβαίνει το συμφωνηθέν, ο τελικός καταναλωτής καρπώνεται το υπερβάλλον, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά.

 

4. Ο τελικός καταναλωτής επιτρέπει στην Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών την πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του σε χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης, προκειμένου η Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την ορθή λειτουργία, τη συντήρηση και την επιβεβαίωση των τεχνικών παραμέτρων του ενεργειακού εξοπλισμού.

 

5. Στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης δύναται να προβλέπεται η πώληση του ενεργειακού εξοπλισμού και η παρακράτηση ή μη της κυριότητας του, καθώς και η χρηματοδοτική ή η εν γένει εκμίσθωση του. Με τη λήξη του συμβατικού χρόνου, ο ενεργειακός εξοπλισμός δύναται να μεταβιβάζεται κατά κυριότητα στον τελικό καταναλωτή, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης.

 

6. Η μεταβίβαση κυριότητας του ενεργειακού εξοπλισμού σε τρίτους, καθώς και η παραχώρηση άλλου εμπράγματου δικαιώματος επ' αυτού, εφόσον συναινεί εγγράφως ο τελικός καταναλωτής και δεν θίγονται δικαιώματα που έλκει από τη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης είναι δυνατή από τη σχετική καταχώριση των στοιχείων της, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 10.

 

Στην περίπτωση που η Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης περιέχει συμφωνία μεταφοράς τεχνολογίας, καταχωρίζεται και στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας σύμφωνα με το άρθρο 22 του νόμου [Ν] 1733/1987 (ΦΕΚ 171/A/1987), εκτός από την καταχώριση της παραγράφου 4 του άρθρου 10.

 

7. Ο ενεργειακός εξοπλισμός εγκαθίσταται και λειτουργεί είτε στην εγκατάσταση του τελικού καταναλωτή είτε σε χώρο που ορίζεται στη Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης. Ο τελικός καταναλωτής ή η Επιχείρησης Ενεργειακών Υπηρεσιών κατά περίπτωση, λαμβάνει τις απαιτούμενες από το νόμο άδειες για την εγκατάσταση και τη λειτουργία του ενεργειακού εξοπλισμού, σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους της κείμενης κάθε φορά νομοθεσίας. Η σχετική δαπάνη βαρύνει την Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών.

 

8. Το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα καταρτίζουν εγγράφως Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης με Επιχείρηση Ενεργειακών Υπηρεσιών, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, λαμβάνοντας υπόψη και την κείμενη εθνική και κοινοτική νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Δικαίου.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.