Νόμος 4549/18 - Άρθρο 80

Άρθρο 80: Τροποποίηση του άρθρου 69Α του νόμου 4270/2014


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το άρθρο 69Α του νόμου [Ν] 4270/2014 (ΦΕΚ 143/Α/2014) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 69Α: Ενιαίος Λογαριασμός Θησαυροφυλακίου

 

1. Ο κεντρικός λογαριασμός του Δημοσίου μετονομάζεται σε Ελληνικό Δημόσιο - Ενιαίος Λογαριασμός Θησαυροφυλακίου (Ενιαίος Λογαριασμός). Όλοι οι λογαριασμοί της Κεντρικής Διοίκησης τηρούνται υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδος και εντάσσονται στον Ενιαίο Λογαριασμό. Ο Υπουργός Οικονομικών μέσω του Ενιαίου Λογαριασμού παρακολουθεί και προγραμματίζει με ενιαίο τρόπο τις ταμειακές ροές από και προς αυτόν, προσδιορίζει το ύψος των διαθεσίμων και τις ανάγκες δανεισμού και διαχειρίζεται τα διαθέσιμα προς τοποθέτηση πλεονάσματα.

 

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται η διαδικασία και οι προθεσμίες μεταφοράς στον Ενιαίο Λογαριασμό των υπολοίπων των λοιπών λογαριασμών της Κεντρικής Διοίκησης, η διαδικασία κλεισίματος αυτών, οι όροι και οι προϋποθέσεις εξαίρεσης από τη διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

 

3. Το άνοιγμα οποιουδήποτε λογαριασμού της Κεντρικής Διοίκησης διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης του αρμόδιου φορέα ή οργάνου, με την οποία καθορίζονται τα όργανα διαχείρισης του λογαριασμού, ο τρόπος εμφάνισής του στην δημόσια ληψοδοσία, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση διενεργείται το κλείσιμο των λογαριασμών του Ελληνικού Δημοσίου σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα. Λογαριασμοί της Κεντρικής Διοίκησης εκτός του Ενιαίου Λογαριασμού ανοίγονται μόνο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της απόφασης της παραγράφου 2.

 

4. Η κίνηση των λογαριασμών της Κεντρικής Διοίκησης σε πιστωτικά ιδρύματα ενεργείται με έγγραφες εντολές του Υπουργού Οικονομικών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε νόμους ή συμβάσεις στις οποίες έχει συμπράξει ο Υπουργός Οικονομικών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να αναγγέλλουν αμέσως τη γενόμενη εγγραφή στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Για τη χρέωση των λογαριασμών αυτών απαιτείται η έγκριση του Υπουργού Οικονομικών.

 

5. Σε περίπτωση δέσμευσης λογαριασμού για ειδικούς σκοπούς του Δημοσίου απαιτείται προηγούμενη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με την οποία ρυθμίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια.

 

6. Το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων όλων των φορέων της Κεντρικής Κυβέρνησης, πέραν εκείνων που ανήκουν στην Κεντρική Διοίκηση, μεταφέρονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σε λογαριασμούς υπό τον Ενιαίο Λογαριασμό. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος κίνησης των λογαριασμών, η λειτουργία της ταμειακής τους διαχείρισης, η λογιστική απεικόνιση των κινήσεών τους, η περαιτέρω διάρθρωσή τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με την ίδια ή με όμοια απόφαση δύνανται να καθορίζονται οι λογαριασμοί που εξαιρούνται από την υποχρέωση μεταφοράς στον Ενιαίο Λογαριασμό.

 

7. Με την απόφαση της παραγράφου 6 ή με όμοιες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λοιποί φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που υποχρεούνται να μεταφέρουν το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων τους σε λογαριασμούς υπό τον Ενιαίο Λογαριασμό. Η μεταφορά των ταμειακών διαθεσίμων στον Ενιαίο Λογαριασμό πραγματοποιείται με την ανωτέρω απόφαση, με την οποία καθορίζονται επίσης ο τρόπος κίνησης των λογαριασμών, η λειτουργία της ταμειακής τους διαχείρισης, η λογιστική απεικόνιση των κινήσεών τους, η περαιτέρω διάρθρωσή τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Οι φορείς της Κεντρικής και της Γενικής Κυβέρνησης που έχουν υπαχθεί στις αποφάσεις των παραγράφων 6 και 7 λαμβάνουν πληροφόρηση σε καθημερινή βάση αναφορικά με το ύψος των τηρούμενων στον αντίστοιχο υπολογαριασμό ταμειακών διαθεσίμων τους. Οι αποφάσεις των παραγράφων 6 και 7 εκδίδονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2021.

 

8. Το άνοιγμα σε πιστωτικά ιδρύματα, οποιουδήποτε λογαριασμού φορέων της Γενικής Κυβέρνησης που συμμετέχουν στον Ενιαίο Λογαριασμό, επιτρέπεται αποκλειστικά σε εξαιρετικές περιπτώσεις και διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης του φορέα, με την οποία καθορίζονται τα όργανα διαχείρισης του λογαριασμού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση διενεργείται το κλείσιμο των λογαριασμών, σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα, των ανωτέρω φορέων.

 

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 έως 8 ενεργοποιούνται με την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 6 σχετικά με την μεταφορά του συνόλου των διαθεσίμων των φορέων της Κεντρικής Κυβέρνησης στον Ενιαίο Λογαριασμό. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης, οι φορείς της Κεντρικής Κυβέρνησης και της Γενικής Κυβέρνησης συμμετέχουν υποχρεωτικά στο Σύστημα Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου (Σ.Λ.Θ.) κατά τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους. Το Σύστημα Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου περιλαμβάνει, πέραν του Ενιαίου Λογαριασμού, το Κοινό Κεφάλαιο της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997 (ΦΕΚ 38/Α/1997), καθώς και την ταμειακή διαχείριση που τηρούν οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, περιλαμβανομένου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, στην Τράπεζα της Ελλάδος.

 

Ο Υπουργός Οικονομικών μέσω του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου παρακολουθεί και προγραμματίζει με ενιαίο τρόπο τις ταμειακές ροές προς και από αυτό και προσδιορίζει το ύψος των διαθεσίμων ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή διενέργεια των πληρωμών των συμμετεχόντων φορέων. Όπου στο παρόν άρθρο γίνεται αναφορά σε ταμειακή διαχείριση ή λογαριασμούς ταμειακής διαχείρισης που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, νοούνται οι λογαριασμοί της περίπτωσης η' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997. Η ταμειακή διαχείριση, περιλαμβανομένης της κατανομής των προσόδων στους δικαιούχους, λειτουργεί κατά τρόπο ανάλογο του Κοινού Κεφαλαίου. Σε ό,τι αφορά τις επιτρεπόμενες επενδύσεις και την κάλυψη τυχόν κεφαλαιακών ζημιών, ισχύουν τα οριζόμενα στην ως άνω περίπτωση η' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997.

 

Οι Φορείς λαμβάνουν πληροφόρηση σε καθημερινή βάση αναφορικά με το ύψος των τηρούμενων στην ταμειακή διαχείριση περιουσιακών τους στοιχείων.

 

10. Οι Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτοί προσδιορίζονται από το εκάστοτε εν ισχύ Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης που τηρείται με ευθύνη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, συμπεριλαμβανομένων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, τηρούν υποχρεωτικά το σύνολο των ταμειακών τους διαθεσίμων στην ταμειακή τους διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος. Η ανωτέρω υποχρέωση δεν ισχύει για τα κεφάλαια που έχουν μεταφερθεί από τους ανωτέρω Φορείς στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Επί των κεφαλαίων που έχουν ήδη μεταφερθεί ή θα μεταφερθούν στην ταμειακή διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης η' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997. Η διαχείριση των κεφαλαίων που τηρούνται στην ταμειακή διαχείριση της Τράπεζας της Ελλάδος και στο Κοινό Κεφάλαιο, και τα οποία ανήκουν σε φορείς που δεν υπάγονται κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου, διέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997. Εξαίρεση από τη διάταξη του πρώτου εδαφίου είναι δυνατή μόνο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Φορέα και σύμφωνης γνώμης της εποπτεύουσας ΓΔΟΥ.

 

11. Τα προς επένδυση ταμειακά διαθέσιμα των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης στην ταμειακή διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος δύνανται να μεταφέρονται στο Κοινό Κεφάλαιο με απόφαση των Φορέων.

 

12. Το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεούται σε αποκατάσταση της θετικής ζημίας (penalties) που δύναται να προκύψει κατ' εφαρμογή της παραγράφου 10 σε βάρος των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης από την πρόωρη λήξη των προθεσμιακών τους καταθέσεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία αποκατάστασης της τυχόν θετικής ζημίας των ως άνω φορέων από τη μεταφορά των κεφαλαίων προθεσμιακών καταθέσεων στην ταμειακή διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος.

 

13. Κατ' εξαίρεση των οριζόμενων στην παράγραφο 10, οι Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης δύνανται να διατηρούν λογαριασμούς σε πιστωτικά ιδρύματα για τη διευκόλυνση των συναλλαγών τους. Οι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης μεριμνούν για τον περιορισμό των λογαριασμών που διατηρούν σε πιστωτικά ιδρύματα στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο που απαιτείται για την ομαλή διενέργεια των συναλλαγών τους.

 

14. Το μέγιστο όριο της ρευστότητας που οι Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης επιτρέπεται να διατηρούν εκτός του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου ισούται με τις καθαρές ταμειακές τους ανάγκες για το επόμενο δεκαπενθήμερο. Τα ταμειακά διαθέσιμα των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης πέραν του ανωτέρω μεγίστου ορίζονται ως πλεονάζοντα και τηρούνται υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδος, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 10 και 11. Εναλλακτικά, το μέγιστο όριο ρευστότητας εκτός του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου μπορεί να ισούται με ένα σταθερό ποσό, κατόπιν πρότασης του Φορέα και σύμφωνης γνώμης της εποπτεύουσας ΓΔΟΥ και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους Με την απόφαση της παραγράφου 18 δύναται να καθορίζονται συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται ο κάθε τρόπος προσδιορισμού του μέγιστου ορίου ρευστότητας. Σε κάθε περίπτωση, η τήρηση του μεγίστου ορίου ρευστότητας δύναται να διασφαλίζεται μέσω της λειτουργίας συστήματος αυτόματης μεταφοράς ποσών, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 22. Το ακριβές ύψος των πλεοναζόντων ταμειακών διαθεσίμων και το μέγιστο ύψος της ρευστότητας που οι φορείς διατηρούν σε πιστωτικά ιδρύματα προκύπτουν μέσω του ταμειακού προγραμματισμού που διενεργούν οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης βάσει των σχετικών οδηγιών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

 

Ο ταμειακός προγραμματισμός των φορέων υποβάλλεται προς έγκριση στην εποπτεύουσα ΓΔΟΥ και εν συνεχεία αποστέλλεται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Η υποχρέωση κατάρτισης και αποστολής ταμειακού προγραμματισμού εκκινεί από την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 18.

 

15. Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους παρακολουθεί σε τουλάχιστον μηνιαία βάση τις κινήσεις και τα υπόλοιπα των λογαριασμών Φορέων Γενικής Κυβέρνησης που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, καθώς και στην ταμειακή διαχείριση και στο Κοινό Κεφάλαιο στην Τράπεζα της Ελλάδος και τηρεί μητρώο των ανωτέρω λογαριασμών. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι φορείς Γενικής Κυβέρνησης, περιλαμβανομένων της Τράπεζας της Ελλάδος και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, υποχρεούνται να αποστέλλουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τα σχετικά στοιχεία κατόπιν αιτήματός του. Σε περίπτωση εντοπισμού λογαριασμών με υπόλοιπα τα οποία υπερβαίνουν συστηματικά τις ταμειακές ανάγκες των φορέων κατά ποσοστό μεγαλύτερο του οριζόμενου στην απόφαση της παραγράφου 18, η αρμόδια Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ενημερώνει τον Υπουργό Οικονομικών και εισηγείται την επιβολή των κυρώσεων της παραγράφου 16.

 

16. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του εκάστοτε εποπτεύοντος Υπουργού είναι δυνατή, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης φορέα της Γενικής Κυβέρνησης με τις διατάξεις των παραγράφων 10, 14 και 15, η καθαίρεση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα, των εκτελεστικών του οργάνων και του Προϊσταμένου Οικονομικών Υπηρεσιών. Με την ίδια ή όμοια απόφαση δύναται να μειώνεται το ύψος της ετήσιας επιχορήγησης του φορέα από τον Τακτικό Προϋπολογισμό. Η έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 18.

 

17. Τα κεφάλαια που μεταφέρονται από κάθε Φορέα Γενικής Κυβέρνησης στην ταμειακή διαχείριση και στο Κοινό Κεφάλαιο στην Τράπεζα της Ελλάδος είναι διαθέσιμα προς απόληψη από τον δικαιούχο φορέα, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 20 και της περίπτωσης στ' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997.

 

Με την απόφαση της παραγράφου 18 δύναται να ορίζεται η υποχρέωση έγκαιρης προειδοποίησης της Τράπεζας της Ελλάδος, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) σε περίπτωση απόληψης ποσού υψηλότερου από συγκεκριμένο όριο το οποίο καθορίζεται με την ίδια απόφαση. Από τη θέση σε ισχύ της υποχρέωσης έγκαιρης προειδοποίησης του προηγούμενου εδαφίου παύει να ισχύει η αντίστοιχη προς την Τράπεζα της Ελλάδος εξουσιοδοτική διάταξη της περίπτωσης στ' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997. Σε περιπτώσεις ακραίων συνθηκών ρευστότητας και αποκλειστικά για λόγους προάσπισης του δημοσίου συμφέροντος, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να προσδιορίζει ειδικά όρια απολήψεων για την πληρωμή των ανελαστικών δαπανών των φορέων. Ως έκτακτες συνθήκες ρευστότητας νοούνται αποκλειστικά οι περιστάσεις στις οποίες καθίσταται αδύνατη η χρηματοδότηση ανελαστικών υποχρεώσεων του Κράτους. Η προϋπόθεση της προάσπισης του δημοσίου συμφέροντος θεωρείται ότι εκπληρώνεται μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες ο μη προσδιορισμός ειδικών ορίων απολήψεων ποσών από τους ανωτέρω λογαριασμούς θα οδηγούσε σε άμεσο κίνδυνο αθέτησης ανελαστικών υποχρεώσεων του Κράτους ή μη επιτέλεσης στοιχειωδών λειτουργιών του. Η δυνατότητα προσδιορισμού ειδικών ορίων δεν ισχύει σε περιπτώσεις καταβολής τοκοχρεολυσίων.

 

Ο προσδιορισμός των λοιπών ανελαστικών δαπανών, πέραν των καταβολών τοκοχρεολυσίων, καθώς και της σειράς προτεραιότητας αυτών, πραγματοποιείται με την απόφαση της παραγράφου 18. Η απόφαση περί προσδιορισμού ειδικών ορίων απολήψεων αναρτάται υποχρεωτικά στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών.

 

18. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η οποία εκδίδεται εντός 30 ημερών από τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου, καθορίζονται η διαδικασία μεταφοράς των πλεοναζόντων ταμειακών διαθεσίμων στην ταμειακή διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος, οι κανόνες, η διαδικασία και η συχνότητα υποβολής στοιχείων ταμειακού προγραμματισμού από τους φορείς Γενικής Κυβέρνησης, η διαδικασία παρακολούθησης και ελέγχου της συμμόρφωσης των φορέων από τις εποπτεύουσες ΓΔΟΥ και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, η μέθοδος προσδιορισμού του μεγίστου ορίου ρευστότητας και το ποσοστό υπέρβασης των ταμειακών αναγκών του φορέα πέραν του οποίου μπορούν να ενεργοποιηθούν οι κυρώσεις της παραγράφου 16, οι βασικές αρχές προσδιορισμού του ελαχίστου ύψους ρευστών διαθεσίμων του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου, η μέγιστη χρονική διάρκεια προσδιορισμού ειδικών ορίων, απολήψεων βάσει της παραγράφου 17 και κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή των παραγράφων 9 έως 17 του παρόντος άρθρου και την ομαλή λειτουργία του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου. Οι διατάξεις της παραγράφου 14 περί της υποχρέωσης υποβολής ταμειακού προγραμματισμού ισχύουν για φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, το ύψος του προϋπολογισμού δαπανών των οποίων υπερβαίνει συγκεκριμένο όριο το οποίο προσδιορίζεται με την απόφαση της παρούσας παραγράφου.

 

19. Οι επιχορηγήσεις των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης από τον Τακτικό Προϋπολογισμό καταβάλλονται σε πίστωση της ταμειακής διαχείρισης που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Ο χρόνος έναρξης ισχύος της παρούσας παραγράφου καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 20.

 

20. Η απόληψη ποσών από την ταμειακή διαχείριση στην Τράπεζα της Ελλάδος πραγματοποιείται βάσει των εγκεκριμένων κατά τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 14 ταμειακών αναγκών των φορέων. Σε περιπτώσεις επιπλέον απόληψης ποσών από την ταμειακή διαχείριση, ο φορέας υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα την εποπτεύουσα ΓΔΟΥ, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Σε κάθε περίπτωση, η Τράπεζα της Ελλάδος ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο για την ακριβή εκτέλεση της εντολής που έχει λάβει από τον φορέα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της ανωτέρω διαδικασίας, η διαδικασία απόληψης ποσών από την ταμειακή διαχείριση των φορέων, καθώς και όλες οι απαιτούμενες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου λεπτομέρειες. Με την ίδια ή όμοια απόφαση μπορεί να προβλέπεται η πιλοτική εφαρμογή της ανωτέρω διαδικασίας με συμμετοχή συγκεκριμένων φορέων.

 

Οι προβλέψεις των παραγράφων 19 και 20 ισχύουν για φορείς Γενικής Κυβέρνησης οι οποίοι επιχορηγούνται ετησίως από τον Τακτικό Προϋπολογισμό με ποσό υψηλότερο από συγκεκριμένο όριο το οποίο τίθεται με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου.

 

21. Οι διατάξεις των παραγράφων 9 έως 20 παύουν να ισχύουν για τους φορείς της Κεντρικής και της Γενικής Κυβέρνησης που μεταφέρουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα στον Ενιαίο Λογαριασμό δυνάμει των υπουργικών αποφάσεων των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου.

 

Διά των ίδιων αποφάσεων καθορίζονται όλες οι τεχνικές λεπτομέρειες της μετάβασης από το Σύστημα Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου της παραγράφου 9 στον Ενιαίο Λογαριασμό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

 

Οι διατάξεις των παραγράφων 9 έως 20 συνεχίζουν να ισχύουν και μετά την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων των παραγράφων 6 και 7 για τους φορείς για τους οποίους η μεταφορά των ταμειακών διαθεσίμων στον Ενιαίο Λογαριασμό δεν καθίσταται υποχρεωτική.

 

22. Στο πλαίσιο λειτουργίας του Ενιαίου Λογαριασμού Θησαυροφυλακίου και του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου, ο Υπουργός Οικονομικών εξουσιοδοτείται να συνάπτει ειδικές συμφωνίες παροχής υπηρεσιών με πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό τον καθορισμό όρων και προϋποθέσεων για την αυτόματη μεταφορά ποσών μεταξύ λογαριασμών φορέων Γενικής Κυβέρνησης στα εν λόγω ιδρύματα και της ταμειακής διαχείρισης των φορέων στην Τράπεζα της Ελλάδος ή μεταξύ λογαριασμών φορέων Γενικής Κυβέρνησης στα εν λόγω ιδρύματα και του Ενιαίου Λογαριασμού. Η ένταξη φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στο σύστημα αυτόματης μεταφοράς ποσών πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του φορέα και του Υπουργείου Οικονομικών. Οι προς ένταξη φορείς εξουσιοδοτούν τα πιστωτικά ιδρύματα και την Τράπεζα της Ελλάδος να προβαίνουν στις απαιτούμενες αυτόματες μεταφορές.

 

23. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου για τους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης ισχύουν με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 49 του νόμου [Ν] 4370/2016 (ΦΕΚ 37/Α/2016) και της παραγράφου 5 του άρθρου 202 του νόμου 4389/2016. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου για τη Βουλή των Ελλήνων ισχύουν υπό την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 26 του άρθρου 34 του νόμου 4484/2017 (ΦΕΚ 110/Α/2017).}

 

2. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου καταργούνται:

 

α) Ο νόμος 4323/2015 (ΦΕΚ 43/Α/2015).

 

β) Το άρθρο 3 του νόμου [Ν] 2216/1994 (ΦΕΚ 83/Α/1994).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.