Νομοθετικό διάταγμα 205/74 - Άρθρο 1

Άρθρο 1


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Στο νομοθετικό διάταγμα 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού επιφέρονται οι ακόλουθες αντικαταστάσεις, τροποποιήσεις και συμπληρώσεις:

 

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Οικόπεδο θεωρείται συνεχόμενη έκτασις γης αποτελούσα αυτοτελές ενιαίο ακίνητο ανήκον εις ένα ή περισσότερους κυρίους εξ αδιαιρέτου. Συνενούμενες εφ' εξής εκτάσεις δύναται να θεωρηθούν ως ενιαίο κατά τα ανωτέρω οικόπεδον εάν η ελαχίστου μήκους γραμμή επαφής αυτών είναι τουλάχιστον:

 

α) όσον το επιτρεπόμενο δια το οικοδομικό τετράγωνον, ένθα το θεωρούμενο οικόπεδον, ελάχιστον πρόσωπον του οικοπέδου κατά τον κανόνα ή την παρέκκλιση εφ' όσον τούτο είναι μέχρις 6 m και

β) 6 m δια την περίπτωσιν μεγαλυτέρου ως άνω προσώπου.

 

Όταν η συνενούμενη έκτασις κείται προς το βάθος της παρά την οδό εκτάσεως και παραμένει ολόκληρος ως ακάλυπτος έκτασις, το ελάχιστον ως άνω μήκος επαφής δέον να είναι 1,00 m.}

 

2. Η παράγραφος 18 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{18. Άρτιο οικόπεδον είναι το έχον τουλάχιστον τα υπό των οικείων διατάξεων καθοριζόμενα ως ελάχιστα όρια εμβαδού και διαστάσεων.}

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Οδοί καλούνται οι κοινόχρηστοι εκτάσεις που εξυπηρετούν τις εν γένει συγκοινωνιακές ανάγκες του οικισμού.

 

Πεζόδρομοι καλούνται οδοί δια τον οποίων απαγορεύεται η διέλευσις τροχοφόρου.}

 

4. Η παράγραφος 13 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{13. Εσωτερική στοά καλείται εντός των κτιρίων αφιέμενος διάδρομος διήκων από κοινοχρήστου εις κοινόχρηστο έκταση ή από κοινοχρήστου εκτάσεως εις ακάλυπτο χώρο, συγκοινωνούντα με ετέρα στοά που καταλήγει σε κοινόχρηστη έκταση.}

 

5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{4. Χώροι βοηθητικής χρήσεως των κτιρίων καλούνται οι μη προοριζόμενοι εκ κατασκευής δια πολύωρον σε αυτούς παραμονή ανθρώπων ήτοι οι προοριζόμενοι δια χρήσιν υγιεινής, αποθηκεύσεως ειδών οικιακής χρήσεως, διάδρομοι και προθάλαμοι.}

 

6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Επιφάνειες χώρων κυρίας χρήσεως μετά των βοηθητικών των χώρων δημιουργουμένων υπό το κατά την προηγούμενη παράγραφο 1 ισόγειο λόγω κλίσεως των οδών ή λόγω κλίσεως του οικοπέδου ή λόγω διαμορφώσεως της στάθμης αυτού, περιλαμβάνονται εις τον συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου.}

 

7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 15 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{4. Οσάκις λόγω υπερυψώσεως του δαπέδου του ισογείου δημιουργούνται κάτωθεν αυτού χώροι οποιασδήποτε κυρίας χρήσεως, αυτοί περιλαμβάνονται εις τον συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου, εφ' όσον πληρούν τις οικείας προϋποθέσεις των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 22 και της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.}

 

8. Η παράγραφος 7 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{7. Η μεγίστη καλυπτόμενη επιφάνεια οικοπέδου επιφανείας μικροτέρας των 100 m2 ισούται προς τα 0,80 της όλης επιφανείας αυτού, προκειμένου περί μεσαίου οικοπέδου και προς τα 0,85 της όλης επιφανείας αυτού, προκειμένου περί γωνιαίου οικοπέδου. Εις αμφοτέρας τις περιπτώσεις αυτές η μεγίστη καλυπτόμενη επιφάνεια του οικοπέδου δύναται να μη υπολείπεται των 50 m2 υπό τον όρον τηρήσεως της ελαχίστης αποστάσεως του 1,00 m της οπίσθιας όψεως του κτιρίου και του έναντι ταύτης ορίου του οικοπέδου. Το ποσοστόν καλύψεως μεσαίου οικοπέδου επιφανείας μεγαλύτερες των 100 m και μέχρι 115 m2 υπολογίζεται υπό της σχέσεως:

 

Eqn133

 

ένθα Ε η επιφάνεια του θεωρούμενου οικοπέδου.

 

Το ποσοστό καλύψεως γωνιαίου οικοπέδου επιφανείας μεγαλύτερες των 100 m2 και μέχρι και 106 m2 υπολογίζεται υπό της σχέσεως:

 

Eqn134

 

ένθα Ε η επιφάνεια του θεωρουμένου οικοπέδου.}

 

9. Στο άρθρο 17 προστίθεται παράγραφος 12 που έχει ως ακολούθως:

 

{Οικόπεδα κείμενα εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου δύνανται να οικοδομηθούν μέχρι βάθους 5 m από της γραμμής δομήσεως, ανεξαρτήτως ποσοστού καλύψεως μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του παρόντος εν τη περιπτώσει ταύτη.

 

Εις περίπτωσιν καθ' ην μετά τα ως άνω 5,00 m απομένει απόστασις από του οπισθίου ορίου του οικοπέδου, μικρότερα του 1,00 m, η επιφάνεια του ακαλύπτου τμήματος μετασχηματίζεται κατά την κρίσιν του ιδιοκτήτου εις τρόπον ώστε η απόστασις του κτιρίου από του οπισθίου ορίου να μην είναι μικρότερα του 1,00 επιτρεπομένης της επαφής του κτιρίου εν μέρει εις το όριον τούτο.}

 

10. Η παράγραφος 1 του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα οικοπέδου ισούται προς το τμήμα της όλης επιφανείας αυτού το απομένον μετ' αφαίρεση της υπό των κτιρίων δυναμένης να καλυφθεί επιφανείας τούτου. Όπου το ρυμοτομικό σχέδιον ή σχετική διάταξις προβλέπει κατά το πρόσωπον ή τα πρόσωπα του οικοπέδου προκήπιο (πρασιά), η επιφάνεια του προκηπίου τούτου προσμετρείται εις το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου.}

 

11. Το εδάφιο α' της παραγράφου 2Β του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{α) Το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα γωνιαίου οικοπέδου το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, ολόκληρον είτε το απομένον μετά την αφαίρεση τυχόν υπάρχοντος προκηπίου, τοποθετείται εις την έναντι της γωνίας θέσιν του οικοπέδου μη δυνάμενο να εξικνείται μέχρις αποστάσεως ελάσσονος των 4 m από των γραμμών δομήσεως, εφαρμοζομένων ως προς τις αποστάσεις των οπισθίων όψεων των κτιρίων από των έναντι τούτων ορίων του οικοπέδου των διατάξεων του εδαφίου β' της παραγράφου 2Α του παρόντος άρθρου. Εις περίπτωσιν καθ' ον εις το ως άνω οικόπεδον προβλέπεται προκήπιο, η επί πλέον τούτου επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος δεν δύναται να είναι μικρότερα του 0,10 της επιφανείας του οικοπέδου που απομένει μετά την αφαίρεση του προκηπίου.}

 

12. Το εδάφιο β' της παραγράφου 2Β του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{β) Κατ' εξαίρεση όταν τα βάθη γωνιαίου οικοπέδου ως προς μίαν οιανδήποτε γραμμή δομήσεως αυτού, εντός της περιοχής εις ην δύναται να αφίεται το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα είναι μικρότερα των 12 μέτρων, επιτρέπονται αντιστοίχως οι αποστάσεις που δίδονται υπό των διατάξεων των εδαφίων γ' και δ' της παραγράφου 2Α του παρόντος, η δε ελαχίστη επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος ορίζεται εν τη περιπτώσει ταύτη εις 0,15 της όλης επιφανείας του οικοπέδου. Εις περίπτωσιν καθ' ην εις το ως άνω οικόπεδον προβλέπεται προκήπιο, η επί πλέον τούτου επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος δεν δύναται να είναι μικροτέρα του 0,10 της επιφανείας του οικοπέδου που απομένει μετά την αφαίρεση του προκηπίου.}

 

13. Εις την παράγραφο 2Β του άρθρου 18 προστίθεται εδάφιον δ' έχον ως ακολούθως:

 

{δ) Εις περίπτωσιν γωνιαίου οικοπέδου, του οποίου το ακάλυπτο τμήμα το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του παρόντος καθίσταται σχήμα επίμηκες με μικράν σχετικώς την εγκάρσια διάσταση, δύναται τούτο να διατεθεί κατά την κρίσιν της Αρχής κατ' εφαρμογήν των διατάξεων των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 19 του παρόντος, πάντως άνευ οιασδήποτε υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως.}

 

14. Το εδάφιον γ' της παραγράφου 2Ε του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{γ) Κατ' εξαίρεση προκειμένου περί μεσαίου διαμπερούς οικοπέδου του οποίου οι κάθετοι εις τα μέσα των προσώπων αυτού συμπίπτουν ή είναι παράλληλοι ή τέμνονται υπό γωνία μεγαλύτερη των 135° και του οποίου σε αυτό η κατ' ευθείαν απόστασις των μέσων των προσώπων αυτού είναι ίση ή μικροτέρα των 24 m, η επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος του οικοπέδου είναι η προκύπτουσα κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του εδαφίου γ' της παραγράφου 2Α του παρόντος άρθρου επί εκατέρου των μη διαμπερών οικοπέδων, αρτίων ή μη, εις ά το διαμπερές οικόπεδον δύναται ιδεατώς να τμηθεί δια γραμμής διερχόμενης δια του μέσου της αποστάσεως των προσώπων αυτού. Εις περίπτωσιν καθ' ην εις το οικόπεδον τούτο προβλέπεται προκήπιο η ως άνω απόστασις των 24 m λαμβάνεται μεταξύ των γραμμών δομήσεως.

 

Το ως άνω ακάλυπτο τμήμα τοποθετείται κατά τα υπό των εδαφίων α, β, και ε της παρούσης παραγράφου 2Ε οριζόμενα.}

 

15. Εις την παράγραφο 2Ε του άρθρου 18 προστίθεται εδάφιο ε' έχον ως ακολούθως:

 

{3. Εις περίπτωσιν διαμπερούς οικοπέδου του οποίου το ακάλυπτο τμήμα, το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του παρόντος, καθίσταται σχήμα επίμηκες με μικράν σχετικώς την εγκάρσια διάσταση, δύναται τούτο να διατεθεί κατά την κρίσιν της Αρχής κατ' εφαρμογήν των διατάξεων των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 19 του παρόντος πάντως άνευ οιασδήποτε υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως.}

 

16. Η παράγραφος 4 του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{4. Ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου εντός του σώματος του κτιρίου και εν συνεχεία του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος του οικοπέδου θεωρείται ότι προσμετράται εις το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα μόνον κατά το μέρος αυτού που εισέχει εντός το κτιρίου κατά διάσταση το πολύ ίση προς το ήμισυ του εύρους αυτού. Το εύρος τούτο δεν δύναται να είναι μικρότερο των 3,00 m. Εις την περίπτωσιν ταύτη το ως άνω μέρος του ακαλύπτου τμήματος του οικοπέδου καθίσταται υποχρεωτικώς ακάλυπτος έκτασις.}

 

17. Η παράγραφος 5 του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{5. Κατά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, όταν εις το ισόγειο κατασκευάζονται καταστήματα και μόνον, επιτρέπεται η κάλυψις του οικοπέδου μέχρι βάθους 10 m από των γραμμών δομήσεως, μόνον κατά το ισόγειο και υπόγειον τηρουμένης εν πάση περιπτώσει αποστάσεως 1,00 m μεταξύ της οπίσθιας όψεως του κτιρίου και του έναντι αυτής ορίου του οικοπέδου. Η επί πλέον αυτή κάλυψις περιλαμβάνεται εις τον συντελεστή δομήσεως.}

 

18. Η παράγραφος 4 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{4. Δια χώρους βοηθητικής χρήσεως δι' ους απαιτείται φωτισμός ή και αερισμός οι ελάχιστες διαστάσεις του ακαλύπτου τμήματος εφ' ου τα ανοίγματα των εν λόγω χώρων ορίζονται εις 1,20 x 1,20 m.}

 

19. Η παράγραφος 5 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{5. Δια μαγειρεία η ελαχίστη επιφάνεια Ε του ακαλύπτου τμήματος δίδεται υπό της σχέσεως Ε = 2+ν, ένθα ν ο αριθμός των ορόφων υπέρ τον όροφο του θεωρουμένου μαγειρείου χωρίς ουδεμία διάστασις του ακαλύπτου να είναι μικροτέρα του 1,50 m. Η επιφάνεια αυτή αφίεται καθ' όλον το ύψος του κτιρίου άνωθεν του θεωρουμένου μαγειρείου.}

 

20. Η παράγραφος 6 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{6. Δια τα κλιμακοστάσια απαιτείται επιφάνεια ακαλύπτου τμήματος, προς αερισμό αυτών, 3 m2 προκειμένου περί κτιρίων μέχρι και τριώροφων και 4 m2 προκειμένου περί κτιρίων περισσοτέρων ορόφων. Η ελαχίστη διάστασις του ως άνω ακαλύπτου τμήματος ορίζεται εις 1,20 m.}

 

21. Το δεύτερον εδάφιον της παραγράφου 5 του άρθρου 22 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{Εν περιπτώσει κατασκευής ανοικτών εξωστών εντός των ισογείων καταστημάτων το ελεύθερον ύψος τούτων δεν δύναται να είναι μικρότερο των 5,00 m.}

 

22. Η παράγραφος 9 του άρθρου 22 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{9. Οσάκις το κτίριον κατασκευάζεται επί υποστηλωμάτων επί σκοπώ όπως ο ισόγειος χώρος αφιέμενος εξ ολοκλήρου κενός χρησιμεύσει δι' απλή και μόνον στάθμευση αυτοκινήτων, επιτρέπεται όπως ο πρώτος (ισόγειος) όροφος υπερυψωθεί αναλόγως του ύψους του κτιρίου μη υπερβαίνοντος το ύψος το προκύπτον εκ της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σχέσεως δια C = 2. Ο ως άνω χρησιμοποιούμενος δια στάθμευση των αυτοκινήτων ισόγειος χώρος δεν περιλαμβάνεται εις τον συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου και δεν προσμετρείται εις τον αριθμόν των ορόφων.

 

Εν τη περιπτώσει ταύτη δεν περιλαμβάνονται εις τον συντελεστή δομήσεως και άπαντες οι στο χώρο αυτό αντιστοιχούντες χώροι κλιμακοστασίων, ανελκυστήρων και εισόδων, μέχρις επιφανείας 25 m2, δι' έκαστον συγκρότημα κλιμακοστασίου, ανελκυστήρα και εισόδου και εν συνόλω μέχρι 10% της όλης επιφανείας του κτιρίου κατ' ανώτατον όριον.}

 

23. Η παράγραφος 5 του άρθρου 23 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{5. Διαμπερή οικόπεδα. Αφετηρία μετρήσεως του ύψους των κτιρίων των ανεγειρομένων επί οιουδήποτε διαμπερούς οικοπέδου είναι η εις έκαστον πρόσωπον ή εκάστην γωνία αυτού, αντιστοιχούσα αφετηρία μετρήσεως του ύψους κατά τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων 1, 2 και 3 ως και της παραγράφου 18 του επομένου άρθρου 24 οριζόμενα.}

 

24. Η παράγραφος 2 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Εις περίπτωσιν καθ' ην η οδός διαμορφώθηκε μετά την έγκριση αυτής υπό των κτιρίων επ' αμφοτέρων των γραμμών δομήσεως αυτής με πλάτος διάφορον του υπό του εγκεκριμένου ρυμοτομικού διαγράμματος προβλεπομένου πλάτους, ως πλάτος της οδού λαμβάνεται το εν τοις πράγμασι διαμορφωθέν τοιούτον. Τυχόν υπάρχουσα επί έλαττον διαφορά εις το διαμορφωθέν ως άνω πλάτος της οδού εν σχέσει προς τα πλάτη του πίνακα 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του παρόντος, ή των ειδικών διατάξεων περί ων το εδάφιον α' της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του παρόντος, θεωρείται ανεκτή όταν αυτή δεν υπερβαίνει τα 20 cm. Ως γραμμές δομήσεως θεωρούνται οι εν τοις πράγμασι διαμορφωθείσες τοιαύτες.}

 

25. Η παράγραφος 3 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{3. Εις περίπτωσιν καθ' ην η πρόσοψις ήθελε τοποθετηθεί εσώτερο της γραμμής δομήσεως τουλάχιστον κατά 2,50 m κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 19, προς καθορισμό του μεγίστου ύψους της προσόψεως προσμετρείται εις το πλάτος της οδού και το πλάτος της μεταξύ της γραμμής δομήσεως και της προσόψεως αφεθείσης ζώνης. Η αύξησις αυτή του ύψους ισχύει μόνον δια το θεωρούμενο κτίριον και ουχί δια τα έναντι αυτού, επί της ετέρας πλευράς της οδού κείμενα.}

 

26. Η παράγραφος 18 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{18. Εις οικόπεδον διαμπερές και μη γωνιαίο εφ' εκάστου προσώπου και εν γένει από εκάστης αφετηρίας μετρήσεως του ύψους και του αριθμού των ορόφων του κτιρίου, κατασκευάζεται ο αντίστοιχος επιτρεπόμενος αριθμός ορόφων σε πρόσοψη και εν εσοχή άνευ ουδεμιάς παρεκκλίσεως. Εις περίπτωσιν καθ' ην τα εφ' εκάστου προσώπου ως άνω ανώτατα ύψη κείνται εις διάφορον στάθμη και εφ' όσον η διαφορά αυτή εις την θέσιν των αφετηριών μετρήσεως των υψών δεν υπερβαίνει το 1,00 m, το κτίριον κατασκευάζεται ολόκληρον μέχρι του υψηλότερης στάθμης ανωτάτου ύψους. Εφ' όσον η ως άνω διαφορά υπερβαίνει το μέτρον το κτίριον περιορίζεται προς τα άνω υπό επιπέδου οριζοντίου εις την στάθμη του υψηλότερου ύψους και υπό επιπέδου κεκλιμένου διερχομένου δια της οριζόντιας γραμμής κατά την όψιν και το ύψος του τελευταίου ορόφου σε πρόσοψη ή εν εσοχή της εις την χαμηλότερη στάθμη προσόψεως του κτιρίου και τέμνοντος το ως άνω οριζόντιο επίπεδον κατά γραμμή της οποίας εν τουλάχιστον σημείον δέον ν' απέχει απόσταση 10 m από του κατακορύφου επιπέδου του διερχομένου δια της γραμμής δομήσεως του οικοπέδου της αντιστοιχούσης εις το υψηλότερο ύψος.

 

Εν πάση περιπτώσει το κτίριον κατασκευάζεται άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως εάν ούτος ορίζεται αριθμητικώς.}

 

27. Η παράγραφος 19 του άρθρου 24 καταργείται.

 

28. Η παράγραφος 20 του άρθρου 24 αριθμείται ως 19.

 

29. Η παράγραφος 21 του άρθρου 24 αριθμείται ως 20.

 

30. Η παράγραφος Β16 του άρθρου 25 καταργείται.

 

31. Η παράγραφος Β17 του άρθρου 25 αριθμείται ως Β16.

 

32. Η παράγραφος 7 του άρθρου 26 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{7. Απαγορεύεται η κατεδάφισις μεσότοιχου οιουδήποτε κτιρίου άνευ συγκαταθέσεως των ιδιοκτητών των εκατέρωθεν αυτού κτιρίων ή των διαμερισμάτων αυτών μεταξύ των οποίων αντιστοιχεί ο προς κατεδάφιση τοίχος. Η έναρξις της κατεδαφίσεως του μεσότοιχου, η διάρκεια ανακατασκευής αυτού, ο τρόπος αποφυγής της οχλήσεως των ενοίκων του ομόρου κτιρίου, οι διάφοροι προστατευτικές κατά την διάρκειαν του έργου κατασκευές αποτελούν αντικείμενον συμφωνίας μεταξύ των ομόρων ιδιοκτητών. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η κατεδάφισις μεσοτοίχων βοηθητικών παραρτημάτων ως και άνευ συγκαταθέσεως των ομόρων ιδιοκτητών. Η έναρξις της κατεδαφίσεως των τελευταίων τούτων δύναται να λάβει χώραν μετά παρέλευσιν 20 ημερών από της νομίμου κοινοποιήσεως της σχετικής εγγράφου ειδοποιήσεως υπό του ενδιαφερομένου ιδιοκτήτου προς τον όμορο. Εις περίπτωσιν μεσότοιχου κριθέντος ετοιμόρροπου ο ως άνω περιορισμός δεν έχει εφαρμογήν.}

 

33. Η παράγραφος 4 του άρθρου 32 αντικαθίσταται δια των ακολούθων παραγράφων 4 και 5:

 

{4. Οσάκις λόγω υπερυψώσεως του δαπέδου του ισογείου δημιουργούνται κάτωθεν αυτού κλειστοί χώροι πληρούντες τους όρους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αυτοί περιλαμβάνονται εις τον συντελεστή δομήσεως. Ο αφιέμενος στο ισόγειο ελεύθερος χώρος όταν το κτίριον κατασκευάζεται επί υποστηλωμάτων προς δημιουργίαν ανοικτών χώρων ή και απλής μόνον σταθμεύσεως αυτοκινήτων άνευ εξυπηρετήσεως αυτών δεν περιλαμβάνεται εις τον συντελεστή δομήσεως. Εν τη περιπτώσει ταύτη δεν περιλαμβάνονται εις τον συντελεστή δομήσεως και άπαντες οι στο χώρο αντιστοιχούντες χώροι κλιμακοστασίου, ανελκυστήρων και εισόδων μέχρις επιφανείας 25 m2 δι' έκαστον συγκρότημα κλιμακοστασίου ανελκυστήρα και εισόδου και εν συνόλω μέχρι 10% της όλης επιφανείας του κτιρίου κατ' ανώτατον όριον. Ο ως άνω αφιέμενος σε ισόγειο ελεύθερος χώρος επιτρέπεται όπως υπερυψωθεί του μεγίστου επιτρεπομένου ύψους του κτιρίου δυναμένου εν τη περιπτώσει ταύτη να αυξηθεί αναλόγως και πάντως ουχί πλέον του 1,00 m.}

 

34. Εις την παράγραφο 7 του άρθρου 35 προστίθεται δεύτερον εδάφιον ως ακολούθως:

 

{Το ελεύθερον ύψος ισογείων καταστημάτων εν περιπτώσει κατασκευής ανοικτών εξωστών εντός αυτών δεν δύναται να είναι μικρότερο των 5,00 m.}

 

35. Το εδάφιο δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 37 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{δ. Εις οικόπεδον γωνιαίο με αποτετμημένη την γωνία αυτού δια γραμμής ευθείας ή καμπύλης ή δια εισεχούσης γωνίας, ως αφετηρία λαμβάνεται η στάθμη του πεζοδρομίου εις το μέσον της γραμμής ή εις την κορυφή της εισεχούσης γωνίας.}

 

36. Η παράγραφος 2 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Όταν εις το ρυμοτομικό σχέδιον ή τον ειδικό κανονισμόν δεν καθορίζεται προκήπιο ως γραμμή δομήσεως θεωρείται η απέχουσα 4,00 m από της ρυμοτομικής γραμμής.}

 

37. Η παράγραφος 12 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{12. Η κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 10 απομένουσα απόστασις μεταξύ της οπίσθιας όψεως του κτιρίου και του οπισθίου ορίου του οικοπέδου, δέον να είναι τουλάχιστον 1,00 m, μειούμενης αναλόγως της σχετικής διαστάσεως των 12,00 m του κτιρίου.}

 

38. Η παράγραφος 13 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{13. Ομοίως προκειμένου περί γωνιαίου οικοπέδου κατά την εφαρμογήν των διατάξεων των παραγράφων 3, 4, 5 και 6 δύναται όπως το μήκος της κυρίας όψεως του κτιρίου κατά το μικρότερο πρόσωπον του οικοπέδου μη είναι μικρότερο των 8 m και καθ' όλον το ύψος αυτού. Η παρέκκλισις αυτή ισχύει μόνον επί μήκους 12 m κατά την ετέρα κυρία όψιν άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως του οικοπέδου. Πέραν του μήκους των 12 m το κτίριον κατασκευάζεται άνευ ουδεμιάς παρεκκλίσεως.}

 

39. Η παράγραφος 15 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{15. Προκειμένου περί μεσαίου οικοπέδου έχοντος μικρόν βάθος επιτρέπεται όπως το κτίριον κατά την έννοια του βάθους μη έχει διάσταση μικροτέρα των 8 m επιτρεπομένης της ελαττώσεως της αποστάσεως της οπίσθιας όψεως του κτιρίου από του οπισθίου ορίου του οικοπέδου άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως. Εάν η ως άνω απόστασις μετά τα 8 m είναι μικρότερα του 1 m επιτρέπεται η επαφή του κτιρίου προς το οπίσθιο όριον. Εάν η ως άνω απόστασις είναι ίση ή μεγαλύτερο του 1 m το κτίριον οφείλει να απέχει του ορίου τούτου κατά την απόσταση ταύτη. Η κατά την παρούσα παράγραφο παρέκκλισις ισχύει μόνον κατά την έννοια του βάθους και επί μήκους προσόψεως του κτιρίου το πολύ μέχρι 12 m. Πέραν του μήκους τούτου το κτίριον κατασκευάζεται άνευ ουδεμιάς παρεκκλίσεως. Εν πάση περιπτώσει κατά την έννοια του προσώπου ουδεμία παρέκκλισις επιτρέπεται.}

 

40. Η παράγραφος 18 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{18. Εις τις περιπτώσεις των παραγράφων 10, 13, 15, 16 και 17 του παρόντος άρθρου, κάτοψις του πέραν των 12 m κατασκευαζόμενου τμήματος του κτιρίου άνευ ουδεμιάς παρεκκλίσεως από των διατάξεων των παραγράφων 3, 4, 5 και 6, δύναται να μετασχηματίζεται εις ίσης επιφανείας κάτοψη τμήματος κτιρίου τοποθετουμένου κατ' επέκτασιν του τμήματος των διαστάσεων 8 x 12, εν συνεχεία των 12 m και με ετέρα διάσταση μέχρις 8 m ή μέχρι του κατ' εφαρμογήν των διατάξεων των παραγράφων 10, 13, 15, 16 και 17 κατασκευαζόμενου πλάτους του κτιρίου.

 

Κατά την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου επιτρέπεται η κατασκευή του όλου κτιρίου με ύψος έλατον του εις τον συντελεστή δομήσεως της περιοχής αντιστοιχούντος μεγίστου ύψους του κτιρίου. Εν τη περιπτώσει ταύτη ως ύψος Η του όλου κτιρίου δια την εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 3 λαμβάνεται το πραγματοποιούμενο τοιούτον, απαγορευόμενης οιασδήποτε μεταγενέστερης προσθήκης καθ' ύψος πέραν του ως άνω πραγματοποιηθέντος ύψους.}

 

41. Η παράγραφος 9 του άρθρου 39 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{9. Επίσης δεν προσμετρείται εις την κάλυψη και τον συντελεστή δομήσεως ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου αφιέμενο εν συνεχεία των υποχρεωτικώς αφιεμένων ακαλύπτων τμημάτων του οικοπέδου, μόνον κατά το μέρος αυτού το εισέχον εντός του κτιρίου κατά διάσταση το πολύ ίση προς το ήμισυ του εύρους αυτού. Το εύρος τούτο δεν δύναται να είναι μικρότερο των 3 m. Εις την περίπτωσιν ταύτη το ως άνω μέρος του ακαλύπτου τμήματος του οικοπέδου καθίσταται υποχρεωτικώς ακάλυπτος έκτασις.}

 

42. Η παράγραφος 2 του άρθρου 64 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Εις περίπτωσιν καθ' ην τηρουμένου του μήκους των 8 m της κυρίας όψεως του κτιρίου απομένει απόστασις αυτού από του πλαγίου ορίου μικροτέρα του 1 m επιτρέπεται η επαφή του κτιρίου προς το πλάγιον τούτον όριον.}

 

43. Η παράγραφος 1 του άρθρου 68 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Προκειμένου περί αγροτικών οικισμών κάτω των δύο χιλιάδων κατοίκων, αγροτικών περιοχών των πόλεων ως και τμημάτων πόλεων παραδοσιακού χαρακτήρος, επιτρέπεται η θέσπισις του συστήματος δομήσεως κατά πτέρυγες.}

 

44. Η παράγραφος 2 του άρθρου 71 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Όταν τα κτίρια δεν τοποθετούνται εν επαφή προς τα πλάγια και οπίσθιο όριον του οικοπέδου η ελαχίστη απόστασις αυτών από των ως άνω ορίων καθορίζεται εις 2,50 m.}

 

45. Η παράγραφος 3 του άρθρου 72 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{3. Το μέγιστον ύψος των κτιρίων ορίζεται εις 7,50 m μετρούμενο από της φυσικής ή τεχνητής στάθμης του πέριξ εδάφους. Υπεράνω του ύψους τούτου ουδεμία κατασκευή επιτρέπεται, εκτός στηθαίου ή στέγης ύψους το πολύ 2,70 m και απολήξεως κλιμακοστασίου που εξυπηρετεί το δώμα.}

 

46. Εις το τέλος του άρθρου 72 προστίθεται παράγραφος 5 ως ακολούθως:

 

{5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ως και των άρθρων 70 και 71 του παρόντος νομοθετικού διατάγματος έχουν εφαρμογήν και επί οικισμών χαρακτηρισθέντων ως προϋφιστάμενων του έτους 1923 και που δομούνται κατά το σύστημα των πτερύγων.}

 

47. Η παράγραφος 2 του άρθρου 73 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Οικόπεδα κείμενα εντός εγκεκριμένου σχεδίου, παραχωρηθέντα υπό του Κράτους μέχρι της ισχύος του παρόντος δι' αποφάσεως ή παραχωρητηρίων δι' οιονδήποτε λόγον, τυγχάνουν άρτια και οικοδομήσιμα με οίας διαστάσεις και εμβαδόν παραχωρήθηκαν. Εν περιπτώσει εμβαδού ή διαστάσεων εν τοις πράγμασι μικρότερων των εις τις αποφάσεις ή τα παραχωρητήρια αναγραφομένων, τα οικόπεδα θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα εφ' όσον η τοιαύτη διαφορά δεν οφείλεται εις μείωσιν των οικοπέδων δια μεταβιβάσεων ή εις ρυμοτομία γενομένη μετά την υπό του Κράτους παραχώρηση. Εάν όμως τα απομένοντα μετά την ρυμοτομία ως άνω οικόπεδα έχουν τα υπό των κειμένων γενικών ή ειδικών διατάξεων της περιοχής ελάχιστα όρια αρτιότητας κατά τον κανόνα ή την παρέκκλιση θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 78 του παρόντος.}

 

48. Η παράγραφος 2 του άρθρου 78 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Δεν επιτρέπεται η δόμησις και επί αρτίου έτι οικοπέδου όταν εξ οιουδήποτε λόγου απαιτείται τακτοποίηση αυτού ή των ομόρων αυτού οικοπέδων εάν κατά την κρίσιν της Αρχής εκ της δομήσεως πρόκειται να παρεμποδισθεί ή δυσχερανθεί οπωσδήποτε η τακτοποίησις αυτή.}

 

49. Εις το άρθρο 82 προστίθεται παράγραφος Ζ έχουσα ούτω:

 

{Ζ. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ΣΤ ως και των εδαφίων Α3 και Α4 του παρόντος άρθρου δεν έχουν υποχρεωτική εφαρμογήν επί καθ' ύψος προσθηκών επί κτιρίων ανεγερθέντων βάσει διατάξεων που προϊσχύσαν.}

 

50. Η παράγραφος 1 του άρθρου 83 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Επί της κυρίας όψεως του κτιρίου ασχέτως εάν υφίσταται ή ου προκήπιο προ αυτής επιτρέπονται οριζόντιες αρχιτεκτονικές προεξοχές (γείσα) μέχρι 0,40 m. Η ανωτάτη κατά την σε πρόσοψη επίστεψη του κτιρίου προεξοχή δύναται να είναι μεγαλύτερο πάντως ουχί μείζων του επιτρεπομένου ανοικτού εξώστη. Προεξοχές κατά την επίστεψη των εσοχών δέον όπως μη υπερβαίνουν τα 0,60 του μέτρου. Εάν οι οριζόντιες προεξοχές κατασκευάζονται εις ύψος μικρότερο των 3 m από του πεζοδρομίου οι προεξοχές αυτές δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα 0,15 m. Τα ανωτέρω ισχύουν και προκειμένου περί των πλαγίων ή και οπισθίων όψεων του κτιρίου. Εις τα άκρα των αρχιτεκτονικών προεξοχών απαγορεύεται η τοποθέτησις οιουδήποτε κιγκλιδώματος.}

 

51. Η παράγραφος 4 του άρθρου 83 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{4. Κατακόρυφοι αρχιτεκτονικές προεξοχές επί της κυρίας όψεως του κτιρίου και άνωθεν της στάθμης των 3 μέτρων από του πεζοδρομίου επιτρέπονται μέχρι 0,40 m. Τα ανωτέρω ισχύουν και προκειμένου περί των πλαγίων ή και οπισθίων όψεων του κτιρίου επί των υποχρεωτικώς αφιεμένων ακαλύπτων χώρων του οικοπέδου.}

 

52. Το εδάφιο η' της παραγράφου 1 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{η) Τα εκ των εξωστών όμβρια ύδατα, όταν ταύτα εγκιβωτίζονται δια συμπαγών στηθαίων, δέον όπως απάγονται δι' αγωγού και αποχετεύονται υπό το πεζοδρόμιον εις το ρείθρον αυτού, απαγορευόμενης της δια σωληνίσκων ελευθέρας ροής από του ύψους του εξώστη εις την οδό. Επιτρέπεται η κατασκευή κατακορύφου εξοχής κάτωθεν του άκρου των εξωστών (κρέμαση) τηρουμένων των κανόνων αισθητικής της όψεως του κτιρίου.}

 

53. Το εδάφιο θ' της παραγράφου 1 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{θ) Εις περίπτωσιν υπάρξεως προκηπίου επιτρέπεται η κατασκευή ανοικτών εξωστών και εις ύψος μικρότερο των 3,00 m από της προ αυτών στάθμης του πεζοδρομίου με προεξοχή ουχί μεγαλύτερη της υπό του εδαφίου β οριζόμενης σε αυτό δε μη υπερβαίνουσα το 1/4 του πλάτους του προκηπίου. Εφ' όσον εις ουδέν σημείον υπέρκεινται του 1,00 m από του πεζοδρομίου οι εν λόγω ανοικτοί εξώστες (βεράντες) δύνανται να εξικνούνται μέχρι του 1/4 του πλάτους του προκηπίου.}

 

54. Η παράγραφος 2 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Ανοικτοί εξώστες επί των κατά τα άρθρα 17, 18 παράγραφοι 2 και 4, 34, 38 και 39 παράγραφος 9, υποχρεωτικώς αφιεμένων ακαλύπτων τμημάτων του οικοπέδου, επιτρέπονται με προεξοχή ίση προς το 1/5 της αποστάσεως της όψεως του κτιρίου από του ορίου του οικοπέδου κατά την θέσιν του εξώστη.

 

Εν πάση περιπτώσει ο εξώστης, δεν δύναται να έχει προεξοχή μεγαλύτερη του 1 m, ασχέτως της θέσεως του στηθαίου ή κιγκλιδώματος ουδέ ν' απέχει ολιγότερο του ενός μέτρου από των ορίων του οικοπέδου.}

 

55. Η παράγραφος 3 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{3. Εις περίπτωσιν καθ' ην οι όψεις του κτιρίου τοποθετούνται εν όλω ή εν μέρει εσώτερο της γραμμής δομήσεως ή οιαδήποτε ετέρας πλαγίας ή οπίσθιας υποχρεωτικής γραμμής, η προεξοχή του εξώστη δύναται να προσαυξηθεί κατά την διαφορά της υποχωρήσεως της όψεως εις ην ούτος ευρίσκεται. Προεξοχή εξώστη από του τμήματος της όψεως εις ο κατασκευάζεται υπέρ τα 1,80 m προσμετρείται εις την καλυπτόμενη επιφάνεια του οικοπέδου ουχί όμως και εις τον συντελεστή δομήσεως αυτού.}

 

56. Το εδάφιο ε' της παραγράφου 7 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{ε) Κινητά προστεγάσματα έμπροσθεν καταστημάτων επιτρέπονται από ύψους μεγαλυτέρου των 2,50 m από του πεζοδρομίου και άνευ κατακόρυφων στηριγμάτων επ' αυτού, εσώτερο δε κατά 0,50 m του κρασπέδου αυτού. Κινητά προστεγάσματα επί πεζοδρομίων μεγάλου πλάτους ή πλατειών μετά κατακόρυφων στύλων δύνανται να τοποθετηθούν κατόπιν αδείας της αρμοδίας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, εφ' όσον δεν παρακωλύεται η κυκλοφορία. Επίσης επιτρέπονται κινητά προστεγάσματα άνωθεν ανοικτών εξωστών ή εσοχών κτιρίων. Εις περίπτωσιν κινητών προστεγασμάτων αντικειμένων προς τις παρούσας διατάξεις, η αρμοδία Αρχή τάσσει εύλογον προθεσμία δια την αφαίρεση αυτών.}

 

57. Η παράγραφος 8 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{8. Κλειστοί εξώστες.

 

Α) Κλειστοί εξώστες επιτρέπονται επί των κυρίων όψεων των κτιρίων υπό τους ακολούθους όρους:

 

α) Το ελάχιστον ύψος από του πεζοδρομίου ορίζεται εις 3,00 m ασχέτως της υπάρξεως ή ου προκηπίου.

β) Η μεγίστη προεξοχή από της γραμμής δομήσεως ορίζεται εις 0,40 m ανεξαρτήτως του πλάτους της οδού.

γ) Όταν το προβλεπόμενο πλάτος της οδού ή το εν τοις πράγμασι υφιστάμενο κατά την θέσιν του κτιρίου είναι μικρότερο των 8,00 μέτρων δεν επιτρέπεται κατασκευή κλειστών εξωστών.

δ) Το άθροισμα των επιφανειών των ορθών προβολών των κλειστών εξωστών των κατασκευαζόμενων επί της επιφανείας της κυρίας όψεως ή επί εκάστης όψεως των εν εσοχή ορόφων δεν δύναται να υπερβαίνει το 1/4 της αντιστοίχου επιφανείας.

ε) Η σε κάτοψη επιφάνεια των κλειστών εξωστών προσμετρείται εις τον συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου.

στ) Ως πλάτος οδού λαμβάνεται το υπό του ρυμοτομικού σχεδίου προβλεπόμενο, προσμετρούμενων των τυχόν προβλεπομένων προκηπίων εν περιπτώσει δε πλήρως διαμορφούμενης οδού το εν τοις πράγμασι υπάρχον πλάτος.

ζ) Όταν επί της οδού κατασκευάζονται εξωτερικές στοές δεν επιτρέπεται η κατασκευή κλειστού εξώστη εις ύψος μικρότερο των 5 μέτρων από του κάτωθι αυτού πεζοδρομίου.

 

Β) Κλειστοί εξώστες επιτρέπονται επίσης και επί των λοιπών όψεων των παρόδιων κτιρίων και εφ' όλων των όψεων των εσωτερικών κτιρίων υπό τις ακολούθους όρους:

 

α) Το ελάχιστον ύψος από της κάτωθεν αυτών φυσικής ή τεχνητής στάθμης του εδάφους ορίζεται εις 3,00 m.

β) Η σε κάτοψη επιφάνεια των κλειστών εξωστών προσμετρείται εις τον συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου.

γ) Η μεγίστη προεξοχή από της εφ' ης ο κλειστός εξώστης όψεως του κτιρίου ορίζεται εις 0,40 m

δ) Το άθροισμα των επιφανειών των ορθών προβολών των κλειστών εξωστών των κατασκευαζόμενων επί της επιφανείας εκάστης όψεως κτιρίου δεν δύναται να υπερβαίνει το 1/4 της εν λόγω επιφανείας.

ε) Κλειστοί εξώστες που προβλέπονται προς πλάγια ή οπίσθια όρια του οικοπέδου κατασκευάζονται μόνον, εφ' όσον η υπό των οικείων άρθρων οιουδήποτε συστήματος δομήσεως καθοριζομένη ελαχίστη απόστασις των αντιστοίχων όψεων του κτιρίου ή κτιρίων από των ως άνω ορίων του οικοπέδου είναι τουλάχιστον 4 m.}

 

58. Το εδάφιον δ' της παραγράφου 9 του άρθρου 84 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{δ. Εις περιοχές του πανταχόθεν ελευθέρου ή ασυνεχούς συστήματος δομήσεως εφ' όσον τα υπόγεια χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς δια στάθμευση αυτοκινήτων επιτρέπεται προεξοχή (επέκτασις) των υπό το πρώτον υπόγειον υπογείων υπό την υποχρεωτική ακάλυπτο έκταση του οικοπέδου εξαιρέσει του προκηπίου, υπό τον όρον όπως η συνολική έκτασις τούτων μη υπερβαίνει τα 0,60 της όλης επιφανείας του οικοπέδου.}

 

59. Η παράγραφος 1 του άρθρου 86 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{1. Εντός των υποχρεωτικώς αφιεμένων πλαγίων και οπισθίων ακαλύπτων εκτάσεως του οικοπέδου επιτρέπεται η ανέγερσις βοηθητικών κτιρίων, καπνοδόχων και διαχωριστικών της εκτάσεως τοίχων, πλην των περιπτώσεων εφαρμογής του συνεχούς συστήματος και του συστήματος ελευθέρας δομήσεως εντός υφισταμένων οικισμών (Κεφάλαιο Δ περίπτωση Β').}

 

60. Εις το τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 86, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

 

{Επίσης επιτρέπονται επί των υποχρεωτικών προκηπίων διακοσμητικές κατασκευές ήτοι κληματαριές, εναέριες εγκαταστάσεις φωτισμού, βαθμίδες και τοιχίσκοι προς μόρφωση κλιμακωτής διατάξεως του προκηπίου, διακοσμητικές δεξαμενές εντός του εδάφους ή πινακίδες και αγάλματα.}

 

61. Το εδάφιον δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 87 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{δ) Χώροι οιασδήποτε χρήσεως επιφανείας εξωτερικώς μετρούμενης 5% της επιφανείας του κτιρίου δυναμένης να μη υπολείπεται των 12 m2 ουχί όμως μεγαλύτερης των 50 m2. Οι χώροι αυτοί δύνανται να συμπληρώνουν τμήμα του τελευταίου ορόφου του περιλαμβανομένου εντός του μεγίστου επιτρεπομένου ύψους και αριθμού ορόφων.}

 

62. Η παράγραφος 10 του άρθρου 88 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{10. Εν περιπτώσει διαφοράς στάθμης φυσικής ή τεχνητής μεταξύ των ορόφων οικοπέδων το ύψος των 2,50 m του συμπαγούς διαχωριστικού περιφράγματος μετρείται από της στάθμης του χαμηλότερου των οικοπέδων. Υπεράνω του ύψους τούτου επιτρέπεται η κατασκευή κιγκλιδώματος ύψους 1 έως 1,20 m.}

 

63. Η παράγραφος 2 του άρθρου 98 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Απαγορεύεται η φύτευσις εν γένει δένδρων, θάμνων ή ποών παρά ακραίων τοίχων κτιρίου ή μεσότοιχο επί ζώνης πλάτους 2 m, που εκτείνεται και κατά 1 m πέραν εκάστου άκρου των ως άνω τοίχων, εκτός εάν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προς αποφυγήν βλάβης των κτισμάτων τούτων.

 

Τοιαύτη απαγόρευσις δεν υφίσταται προκειμένου περί διαχωριστικών περιφραγμάτων ή τοίχων παρά τα όρια βοηθητικών κτιρίων.}

 

64. Η παράγραφος 2 του άρθρου 118 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Πάσα κατασκευή εκτελούμενη: α) είτε άνευ της κατά την προηγούμενη παράγραφο αδείας, β) είτε καθ' υπέρβαση ταύτης, γ) είτε καθ' υπέρβαση των κειμένων διατάξεων, δ) είτε βάσει αδείας κριθείσης μεταγενεστέρως καθ' οιονδήποτε τρόπον ως εν όλω ή εν μέρει ουχί συμφώνου προς τις κείμενες διατάξεις, τυγχάνει αυθαίρετη.}

 

65. Η παράγραφος 2 του άρθρου 119 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Ειδικότερα δι' αυθαίρετες κατασκευές αντικείμενες εις τις κείμενες διατάξεις, ως προς την αρτιότητα του οικοπέδου, το ποσοστόν καλύψεως, τα όρια της δομήσιμης επιφάνειας του οικοπέδου, το συντελεστή δομήσεως αυτού, το επιτρεπόμενο ύψος κτιρίων και τις προεξοχές πέρα των γραμμών δομήσεως ή προς τα υποχρεωτικά ή προαιρετικά αφιέμενα ακάλυπτα τμήματα του οικοπέδου και τις διαστάσεις των περιφραγμάτων, πέραν του προστίμου, διατάσσεται και η κατεδάφιση τούτων. Εις περίπτωσιν εργασιών δι' ων μετατρέπεται χώρος του κτιρίου σε χώρο ανεπίτρεπτου, κατά τις διατάξεις του παρόντος, χρήσεως, διατάσσεται η κατεδάφιση μόνο των έργων τούτων.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.