Νόμος 4335/15 - Άρθρο 2 - Άρθρο 26

Άρθρο 26: Εξουσίες για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(άρθρο 18 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)

 

1. Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, από κοινού με τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών και μετά από διαβούλευση με το Σώμα Εποπτών και τις αρχές εξυγίανσης των κρατών - μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, στο βαθμό που τα αφορά, εξετάζουν την αξιολόγηση που απαιτείται βάσει του άρθρου 24 στο πλαίσιο του Σώματος Αρχών Εξυγίανσης και προβαίνουν σε κάθε εύλογη ενέργεια προκειμένου να καταλήξουν σε κοινή απόφαση όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων που προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 25 σε σχέση με όλα τα ιδρύματα που αποτελούν μέλη του ομίλου.

 

2. Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, σε συνεργασία με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010, συντάσσει και υποβάλλει έκθεση στην μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, οι οποίες τη διαβιβάζουν στις θυγατρικές που υπάγονται στην εποπτεία τους, και στις αρχές εξυγίανσης των κρατών - μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα. Στην έκθεση, η οποία συντάσσεται μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές:

 

α) αναλύονται τα ουσιαστικά εμπόδια για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης όσον αφορά τον όμιλο,

β) εξετάζονται οι επιπτώσεις στο επιχειρησιακό μοντέλο του ιδρύματος, και

γ) προτείνονται αναλογικά και στοχευμένα μέτρα, τα οποία, κατά την κρίση της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, είναι αναγκαία ή κατάλληλα για την εξάλειψη των εν λόγω εμποδίων.

 

3. Εντός 4 μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης, η μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις και να προτείνει στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου εναλλακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των εμποδίων που προσδιορίζονται στην έκθεση.

 

4. Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου γνωστοποιεί κάθε μέτρο που προτείνεται από τη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών και τις αρχές εξυγίανσης των κρατών - μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, στο βαθμό που τα αφορά. Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου και οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές εξυγίανσης των κρατών - μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια στο πλαίσιο των εξουσιών τους, ώστε να καταλήξουν σε κοινή απόφαση στο πλαίσιο του Σώματος Αρχών Εξυγίανσης όσον αφορά τον προσδιορισμό των ουσιαστικών εμποδίων και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, την αξιολόγηση των μέτρων που προτείνονται από τη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των μέτρων που απαιτούνται από τις αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου προκειμένου να αντιμετωπιστούν ή να εξαλειφθούν τα εμπόδια, λαμβάνοντας υπόψη τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των μέτρων σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται ο όμιλος.

 

5. Η κοινή απόφαση, η οποία λαμβάνεται εντός 4 μηνών από την υποβολή παρατηρήσεων από τη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από την παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας της παραγράφου 3, αναλόγως με το ποια ημερομηνία προηγείται, πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να διαβιβάζεται εγγράφως από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου στη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αρχή εξυγίανσης μπορεί να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να συνδράμει τις αρχές εξυγίανσης στη λήψη κοινής απόφασης, σύμφωνα με το στοιχείο γ' του άρθρου 31 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010.

 

6. Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου λαμβάνει η ίδια την απόφαση σχετικά με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 25 σε επίπεδο ομίλου. Η εν λόγω απόφαση λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης και διαβιβάζεται στη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.

 

7. Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση, οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών λαμβάνουν οι ίδιες αποφάσεις σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από τις θυγατρικές σε ατομική βάση σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 25. Η εν λόγω απόφαση λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης και διαβιβάζεται στην εμπλεκόμενη θυγατρική και στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.

 

8. Η κοινή απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρχές εξυγίανσης αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 6 αναγνωρίζονται ως οριστικές και εφαρμόζονται από τις άλλες εμπλεκόμενες αρχές εξυγίανσης.

 

9. Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση σχετικά με τη λήψη μέτρων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ζ', η' ή ι)α' της παραγράφου 6 του άρθρου 25, η αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με τη παράγραφο 6 ή 7 μπορεί να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, να συνδράμει τις αρχές εξυγίανσης να καταλήξουν σε συμφωνία, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010. Αν μέχρι την πάροδο της τετράμηνης προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 5 για την λήψη κοινής απόφασης, οποιαδήποτε αρχή εξυγίανσης έχει ζητήσει της συνδρομή της δυνάμει του πρώτου εδαφίου, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου σύμφωνα με την παράγραφο 6η η αρχή εξυγίανσης της θυγατρικής σύμφωνα με την παράγραφο 7, αντίστοιχα, αναβάλλουν την λήψη απόφασής τους και αναμένουν την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010, λαμβάνουν δε την απόφασή τους σύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Η περίοδος των τεσσάρων μηνών θεωρείται ως περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού. Αν δεν ληφθεί απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών εντός 1 μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου ή της αρχής εξυγίανσης για τη θυγατρική, κατά περίπτωση. Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μετά την πάροδο της τετράμηνης περιόδου ή μετά τη λήψη κοινής απόφασης.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.