Νόμος 4335/15 - Άρθρο 2 - Άρθρο 59

Άρθρο 59: Απαίτηση για την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(άρθρο 59 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)

 

1. Οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου και όσα αναγνωρίζονται ως κεφαλαιακά μέσα βάσει των άρθρων 483-491 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013, ασκούνται από την αρχή εξυγίανσης ως εξής:

 

α) είτε ανεξάρτητα από τις ενέργειες εξυγίανσης στις οποίες προβαίνει η αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με τη περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 43,

 

β) είτε σε συνδυασμό με τις ενέργειες εξυγίανσης στις οποίες προβαίνει η αρχή εξυγίανσης όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 32 και 33,

 

γ) είτε σε συνδυασμό με τα μέτρα δημόσιας χρηματοπιστωτικής σταθεροποίησης σύμφωνα με τα άρθρα 56 έως 58.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 3 του νόμου 4340/2015 (ΦΕΚ 134/Α/1997).

 

2. Οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής ασκούνται όταν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

α) έχει διαπιστωθεί σύμφωνα με το άρθρο 32 ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις εξυγίανσης των άρθρων 32 και 33,

 

β) η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ότι εάν δεν ασκηθεί η εν λόγω εξουσία το ίδρυμα ή η οντότητα των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 θα παύσει να είναι βιώσιμο,

 

γ) στην περίπτωση κεφαλαιακών μέσων που έχουν εκδοθεί από θυγατρικό ίδρυμα και τα οποία αναγνωρίζονται στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική και σε ενοποιημένη βάση, και τόσο η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους μέλους της αρχής ενοποιημένης εποπτείας όσο και η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους μέλους του θυγατρικού ιδρύματος διαπιστώνουν με κοινή απόφαση σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 89 ότι, εάν δεν ασκηθεί η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής στα εν λόγω μέσα, ο όμιλος θα παύσει να είναι βιώσιμος,

 

δ) στην περίπτωση κεφαλαιακών μέσων που έχουν εκδοθεί από τη μητρική επιχείρηση και τα οποία αναγνωρίζονται στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική βάση στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης ή σε ενοποιημένη βάση, και η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους μέλους της αρχής ενοποιημένης εποπτείας διαπιστώνει ότι, εάν δεν ασκηθούν οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής στα εν λόγω μέσα, ο όμιλος θα παύσει να είναι βιώσιμος,

 

ε) απαιτείται έκτακτη δημόσια χρηματοοικονομική στήριξη για το ίδρυμα ή την οντότητα των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που προβλέπονται στην υποπερίπτωση γ)γ' της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 32.

 

3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στις περιπτώσεις β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 ή ένας όμιλος θεωρούνται ότι παύουν να είναι βιώσιμα μόνο όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις.

 

α) το ίδρυμα ή η οντότητα που αναφέρεται στις περιπτώσεις β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 ή ο όμιλος τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας και

 

β) λαμβάνοντας υπόψη τη χρονική στιγμή και άλλες σχετικές περιστάσεις, δεν προσδοκάται εύλογα ότι εναλλακτικά μέτρα προερχόμενα από τον ιδιωτικό τομέα (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων του Θεσμικού Συστήματος Προστασίας) ή εποπτικές ενέργειες (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή της απομείωσης ή της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με την παράγραφο 2) θα αποτρέψουν την αφερεγγυότητα του ιδρύματος ή του ομίλου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

 

4. Για τους σκοπούς της περίπτωσης α' της παραγράφου 3, ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στις περιπτώσεις β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 θεωρείται ότι τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας όταν ισχύουν μία ή περισσότερες από τις περιστάσεις που προσδιορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 32.

 

5. Για τους σκοπούς της περίπτωσης α' της παραγράφου 3, ένας όμιλος θεωρείται ότι τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας όταν παραβιάζει, ή όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι πρόκειται να παραβιάσει στο εγγύς μέλλον, τις απαιτήσεις ενοποιημένης εποπτείας κατά τρόπο που θα δικαιολογούσε την ανάληψη δράσης από την αρμόδια αρχή, μεταξύ άλλων, διότι ο όμιλος έχει υποστεί ή είναι πιθανό να υποστεί ζημίες οι οποίες θα αναλώσουν το σύνολο ή σημαντικό μέρος των ιδίων κεφαλαίων του.

 

6. Σχετικό κεφαλαιακό μέσο που έχει εκδοθεί από θυγατρική δεν απομειώνεται σε μεγαλύτερη έκταση ούτε μετατρέπεται υπό δυσμενέστερους όρους, σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 2, σε σχέση με τα ίδιας κατηγορίας κεφαλαιακά μέσα στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης.

 

7. Πριν καταλήξει στη διαπίστωση της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 όσον αφορά θυγατρική, που εκδίδει σχετικά κεφαλαιακά μέσα που αναγνωρίζονται στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική και σε ενοποιημένη βάση, η ενδεδειγμένη αρχή ακολουθεί τη διαδικασία του άρθρου 62.

 

8. Όταν η ενδεδειγμένη αρχή καταλήγει στη διαπίστωση της παραγράφου 2 ενημερώνει αμελλητί την αρχή εξυγίανσης.

 

9. Η αρχή εξυγίανσης έχει την εξουσία να απομειώνει ή να μετατρέπει τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα σε μετοχές ή άλλους τίτλους ιδιοκτησίας των ιδρυμάτων και των οντοτήτων που ορίζονται στις περιπτώσεις β', γ' και δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1.

 

Οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής ασκούνται από την αρχή εξυγίανσης χωρίς καθυστέρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 60 και μετά την πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 3.

 

10. Πριν ασκήσει τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων, η αρχή εξυγίανσης διασφαλίζει ότι διενεργείται, σύμφωνα με το άρθρο 36, αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού του ιδρύματος ή της οντότητας των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1. Η αποτίμηση αυτή αποτελεί τη βάση υπολογισμού:

 

α) της απομείωσης που πρόκειται να εφαρμοστεί στα σχετικά κεφαλαιακά μέσα προκειμένου να απορροφηθούν ζημίες, καθώς και

 

β) του βαθμού μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων με σκοπό την ανακεφαλαιοποίηση του ιδρύματος ή της οντότητας των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.