Νόμος 4340/15 - Άρθρο 5

Άρθρο 5: Τροποποιήσεις του νόμου 1667/1986


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 1667/1986 (ΦΕΚ 196/Α/1986) προστίθενται παράγραφοι 2)α, 2)β, 2)γ, 2)δ και 2)ε ως ακολούθως:

 

{2)α. Το καταστατικό πιστωτικού συνεταιρισμού που λειτουργεί ως πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να προβλέπει ότι μέλος του συνεταιρισμού, που κατέχει συνεταιριστικές μερίδες με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου, η συνολική ονομαστική αξία των οποίων υπερβαίνει ποσοστό τουλάχιστον 10% της συνολικής ονομαστικής αξίας των συνεταιριστικών μερίδων, με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου, όπως θα ορίζει το καταστατικό, δύναται να ορίζει:

 

α) Ένα από τα δύο πρόσωπα πλήρους απασχόλησης που όντως διευθύνουν τη δραστηριότητα του πιστωτικού ιδρύματος και τα οποία συμμετέχουν, ως εκτελεστικά μέλη, στο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού κατά την έννοια του άρθρου 13 του νόμου [Ν] 4261/2014, εφόσον αυτό έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος βάσει των διατάξεων του άρθρου 83 του νόμου [Ν] 4261/2014. Το δικαίωμα αυτό δεν δύναται να παρέχεται σε περισσότερα του ενός μέλη του συνεταιρισμού. Το οριζόμενο κατά τα ανωτέρω πρόσωπο δύναται να ανακληθεί από το μέλος του συνεταιρισμού που το όρισε, εφόσον το μέλος εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα αυτό, μόνο για σπουδαίο λόγο, οπότε και αντικαθίσταται από άλλο που αυτό προτείνει. Το μέλος του συνεταιρισμού που αποκτά το παρόν δικαίωμα συνεργάζεται καταλλήλως με την Επιτροπή Ανάδειξης Υποψηφίων του άρθρου 8 παράγραφοι 4 και 5 του νόμου [Ν] 1667/1986, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η συμμετοχή στο Διοικητικό Συμβούλιο ως εκτελεστικού μέλους προσώπου που θα έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος. Ο διπλάσιος αριθμός υποψηφίων που πρόκειται να εκλεγούν, κατά την έννοια του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 8, προσδιορίζεται βάσει του αριθμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που εκλέγει η Γενική Συνέλευση, αφαιρουμένου του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου που δικαιούται να διορίσει το εν λόγω μέλος του συνεταιρισμού.

 

β) Έως τα δύο τρίτα (2/3) των μη εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που απαρτίζουν την Επιτροπή Ελέγχου. Τα εν λόγω μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει να έχουν τύχει της εγκρίσεως της Τράπεζας της Ελλάδος βάσει της αξιοπιστίας, των γνώσεων, δεξιοτήτων και εμπειρίας τους. Σε μέλος του συνεταιρισμού που έχει παρασχεθεί το δικαίωμα ορισμού μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με το παρόν στοιχείο β' δεν δύναται να παρασχεθεί και το δικαίωμα διορισμού σύμφωνα με το στοιχείο α'. Τα οριζόμενα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που είναι και μέλη της Επιτροπής Ελέγχου δύνανται να ανακληθούν από το μέλος του συνεταιρισμού που τα όρισε μόνον, εφόσον το μέλος εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα αυτό, για σπουδαίο λόγο, οπότε και αντικαθίστανται από άλλα που αυτό προτείνει.

 

γ) Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του συνεταιρισμού μέχρι του ενός τρίτου (1/3) του προβλεπομένου συνολικού αριθμού αυτών. Τα εν λόγω μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει να έχουν τύχει της εγκρίσεως της Τράπεζας της Ελλάδος βάσει της αξιοπιστίας, των γνώσεων, δεξιοτήτων και εμπειρίας τους. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, που δεν μπορεί να υπολείπονται των δύο τρίτων (2/3) του συνόλου των μελών του, εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση. Εφόσον το δικαίωμα του πρώτου εδαφίου του παρόντος στοιχείου γ' έχει παρασχεθεί σε περισσότερα από ένα μέλη του συνεταιρισμού, ο συνολικός αριθμός μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του συνεταιρισμού που μπορούν να ορίσουν τα εν λόγω μέλη του συνεταιρισμού δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο πέμπτα (2/5) του προβλεπόμενου στο καταστατικό συνολικού αριθμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Εφόσον σε μέλος του συνεταιρισμού, στο οποίο παρέχεται το δικαίωμα του παρόντος στοιχείου γ', έχει παρασχεθεί, και το δικαίωμα του στοιχείου α' ή του στοιχείου β', για τον υπολογισμό του συνόλου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που διορίζονται από αυτό το μέλος προσμετρώνται και τα διοριζόμενα από αυτό κατά το στοιχείο α' ή το στοιχείο β' πρόσωπα. Οι κατά το στοιχείο γ' οριζόμενοι σύμβουλοι δύναται να ανακληθούν οποτεδήποτε από το μέλος ή τα μέλη που τους όρισαν, εφόσον το μέλος ή τα μέλη εξακολουθούν να έχουν το δικαίωμα αυτό, και να αντικαθίστανται από άλλους.

 

2)β. Το καταστατικό ορίζει τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια, ποσοτικά ή και ποιοτικά, για να απονεμηθούν σε ορισμένο ή ορισμένα μέλη ένα ή περισσότερα από τα δικαιώματα της παραγράφου 2)α του παρόντος, καθώς και τη διαδικασία ασκήσεώς τους, ενδεικτικώς ως προς το ποσοστό του συνολικού αριθμού ψήφων, τη δέσμευση του μέλους του συνεταιρισμού να διατηρήσει συγκεκριμένο αριθμό συνεταιριστικών μερίδων ή να εκπληρώσει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, τη διάρκεια ισχύος και τους λόγους απώλειας του δικαιώματος, την παροχή από το μέλος ειδικής τεχνογνωσίας ή και την κατοχή θέσης στρατηγικού εταίρου στο πλαίσιο συμφωνίας που έχει καταρτίσει με τη διοίκηση του συνεταιρισμού.

 

2)γ. Η θητεία των οριζομένων κατά την παράγραφο 2)α μελών του Διοικητικού Συμβουλίου συμπίπτει με τη θητεία του εκάστοτε τρέχοντος ή του νεοκλεγόμενου Διοικητικού Συμβουλίου. Εφόσον ο ορισμός μελών του Διοικητικού Συμβουλίου κατά την παράγραφο 2)α γίνεται εν όψει της εκλογής από τη Γενική Συνέλευση νέων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, η άσκηση του δικαιώματος της παραγράφου 2)α από τα μέλη του συνεταιρισμού στα οποία έχει παρασχεθεί το δικαίωμα αυτό πραγματοποιείται πριν από την εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου από τη Γενική Συνέλευση, η οποία περιορίζεται στην εκλογή των υπολοίπων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς το μέλος, το οποίο έχει ασκήσει το δικαίωμα ορισμού μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που του έχει παρασχεθεί με το καταστατικό κατά την παράγραφο 2)α, να συμμετέχει στην εκλογή των υπολοίπων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Τα μέλη του συνεταιρισμού που ασκούν το ανωτέρω δικαίωμα γνωστοποιούν στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνεταιρισμού τον ορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου 10 πλήρεις ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της γενικής συνελεύσεως και δεν συμμετέχουν στην εκλογή του υπολοίπου Συμβουλίου.

 

Εφόσον ο ορισμός μελών του Διοικητικού Συμβουλίου κατά την παράγραφο 2)α γίνεται κατά τη διάρκεια της θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου, οπότε και παρασχέθηκε στο μέλος το δικαίωμα αυτό, το δικαίωμα ορισμού του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου ασκείται είτε με αναπλήρωση παραιτούμενων ισάριθμων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είτε με αύξηση του αριθμού των μελών του τρέχοντος Διοικητικού Συμβουλίου.

 

Σε περίπτωση που εκπέσει για οποιοδήποτε λόγο της θέσεως του μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου που έχει ορισθεί από μέλος του συνεταιρισμού κατά την παράγραφο 2)α, το μέλος αυτό αντικαθίσταται από το μέλος του συνεταιρισμού που είχε το δικαίωμα ορισμού του. Σε περίπτωση μεταβολής του αριθμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου διατηρείται υποχρεωτικώς η ιδιαίτερη αναλογία εκπροσωπήσεως που υφίσταται στο καταστατικό.

 

2)δ. Σε περίπτωση τροποποίησης του καταστατικού πιστωτικού συνεταιρισμού που λειτουργεί ως πιστωτικό ίδρυμα για την ενσωμάτωση σε αυτό για πρώτη φορά διατάξεων σύμφωνα με τις παραγράφους 2)α, 2)β και 2)γ, η οποία αποφασίζεται στο πλαίσιο διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης, η Γενική Συνέλευση που αποφασίζει την τροποποίηση του καταστατικού δύναται να διορίζει η ίδια και νέα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν επιλεγεί από τα μέλη του συνεταιρισμού στα οποία παρέχεται με την ίδια απόφαση το σχετικό δικαίωμα και έχουν εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, τηρούμενων των διατάξεων του άρθρου 83 του νόμου [Ν] 4261/2014, είτε αναπληρώνοντας παραιτούμενα ισάριθμα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είτε αυξάνοντας ανάλογα τον αριθμό των μελών του υφιστάμενου διοικητικού συμβουλίου μέχρι τη λήξη της θητείας του τρέχοντος Διοικητικού Συμβουλίου.

 

2)ε. Με αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την άσκηση από την Τράπεζα της Ελλάδος εποπτικών αρμοδιοτήτων της ως προς θέματα των παραγράφων 2)α-2)δ.}

 

2. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 1667/1986 καταργείται και στο τέλος της ίδιας παραγράφου προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

{Με την επιφύλαξη της διατάξεως του επόμενου εδαφίου, τα δικαιώματα ψήφου τα οποία δικαιούται να ασκεί ένα μέλος συνεταιριστικής τράπεζας, ανεξαρτήτως των συνεταιριστικών μερίδων που κατέχει, δεν μπορεί να υπερβαίνουν το ανώτατο ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου που ορίζεται στο καταστατικό, το οποίο δεν μπορεί να ορισθεί υψηλότερο του 33% του συνολικού αριθμού ψήφων. Μέλη συνεταιριστικής τράπεζας, που τα δικαιώματα ψήφου καθενός απ' αυτά υπερβαίνουν ποσοστό που ορίζεται στο καταστατικό, το οποίο ποσοστό δεν μπορεί να ορισθεί υψηλότερο του 5% του συνολικού αριθμού ψήφων, δεν δικαιούνται να ασκούν αθροιστικώς, ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που ορίζεται στο καταστατικό, το οποίο δεν μπορεί να ορισθεί υψηλότερο του 50% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου.

 

Στις περιπτώσεις των προηγούμενων δύο εδαφίων, το καταστατικό της συνεταιριστικής τράπεζας μπορεί, επιπλέον, να προβλέπει θέματα για τα οποία η λήψη απόφασης απαιτεί διπλή πλειοψηφία τόσο του συνόλου των μελών της συνεταιριστικής τράπεζας, όσο και του συνόλου του αριθμού των συνεταιριστικών μερίδων με δικαίωμα ψήφου, καθώς και να καθορίζει το απαιτούμενο ποσοστό για τα θέματα αυτά. Εφόσον, για οποιονδήποτε λόγο μεταβληθεί ο αριθμός των συνεταιριστικών μερίδων με δικαίωμα ψήφου, τα δικαιώματα ψήφου που δύνανται να ασκηθούν υπολογίζονται βάσει του αριθμού των συνεταιριστικών μερίδων με δικαίωμα ψήφου κατά το χρόνο εξασκήσεως του δικαιώματος ψήφου. Μέλος συνεταιριστικής τράπεζας που κατέχει ποσοστό μεγαλύτερο του 5% του συνολικού αριθμού ψήφων θεωρείται ότι δύναται να ασκεί ουσιώδη επιρροή στη διαχείριση της συνεταιριστικής τράπεζας και υπόκειται στους εποπτικούς κανόνες του νόμου [Ν] 4261/2014 για τα πρόσωπα που έχουν ειδική συμμετοχή σε πιστωτικό ίδρυμα, (κατ' εφαρμογή του άρθρου 23). Οι ως άνω ποσοτικοί περιορισμοί δεν ισχύουν για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.}

 

β. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1667/1986 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

 

{Σε συνεταιριστική τράπεζα, η οποία, κάνοντας χρήση των διατάξεων των εδαφίων 4 επί του άρθρου 4 παράγραφος 2 του νόμου [Ν] 1667/1986, έχει παράσχει στα μέλη της δικαίωμα άνω των είκοσι ψήφων για συνεταιριστικές μερίδες που κατέχουν, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη Γενική Συνέλευση δύναται να ασκείται και δι' αντιπροσώπου, που πρέπει να είναι μέλος της συνεταιριστικής τράπεζας, με ή χωρίς περιορισμό ως προς τον αριθμό των μελών και ψήφων που μπορεί να εκπροσωπεί, όπως καθορίζεται στο καταστατικό.}

 

3. Στο άρθρο 5 προστίθεται παράγραφος 8, ως εξής:

 

{8. α. Οι γενικές συνελεύσεις των συνεταιριστικών τραπεζών που θα κληθούν να αποφασίσουν εντός του έτους 2015 επί των τροποποιήσεων του καταστατικού των άρθρων που αφορούν το πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης των συνεταιριστικών τραπεζών, καθώς και επί θεμάτων αυξήσεως κεφαλαίου ή και εκδόσεως τίτλων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια, δύνανται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του καταστατικού, να συγκαλούνται εντός επτά ημερών από την ημέρα της προσκλήσεως και να αποφασίζουν συντεμνόμενων κατά το ήμισυ των ορίων του καταστατικού περί απαρτίας της Γενικής Συνέλευσης, εφόσον η απόφαση περί αυξήσεως κεφαλαίου και τροποποιήσεως του καταστατικού έχει εγκριθεί προηγουμένως από την Τράπεζα της Ελλάδος.

 

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του καταστατικού, οι επαναληπτικές ή μετ' αναβολή γενικές συνελεύσεις που καλούνται να αποφασίσουν επί των θεμάτων του πρώτου εδαφίου δύνανται να προσκαλούνται εντός προθεσμίας 3 ημερών.}

 

β. Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της παραγράφου 1 δύναται να ασκείται και δι' αντιπροσώπου, που πρέπει να είναι μέλος της συνεταιριστικής τράπεζας, χωρίς περιορισμό ως προς τον αριθμό των μελών και ψήφων που μπορεί να εκπροσωπεί ο αντιπρόσωπος.

 

γ. Οι ανωτέρω γενικές συνελεύσεις μπορούν να αποφασίζουν να μεταβιβάζουν στο διοικητικό συμβούλιο την αρμοδιότητα της αύξησης κεφαλαίου με έκδοση συνεταιριστικών μερίδων ή για έκδοση τίτλων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια για χρονικό διάστημα ενός εξαμήνου από τη λήψη της σχετικής απόφασης.}

 

δ. Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 1667/1986 προστίθεται παράγραφος 6)α ως εξής:

 

{6)α. Σε περίπτωση αύξησης κεφαλαίου συνεταιριστικών τραπεζών προς ανακεφαλαιοποίησή τους που πραγματοποιείται εντός του 2015 με την έκδοση συνεταιριστικών μερίδων οι οποίες μεταβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του νόμου [Ν] 1667/1986 μόνο σε συνεταίρους χωρίς να είναι δεκτικές διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά, η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχει έγκριση για την αύξηση κεφαλαίου εντός δέκα ημερών από την υποβολή σε αυτήν πλήρους φακέλου της αυξήσεως, που περιέχει και το πρόγραμμα κεφαλαιακής ενίσχυσης.

 

Με την έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος δύναται να αρχίσει η απευθείας διάθεση των συνεταιριστικών μερίδων από την εκδότρια συνεταιριστική τράπεζα και η εγγραφή, χωρίς να απαιτείται η τήρηση άλλων διαδικασιών πλην εκείνων που τυχόν θα επιβάλει η Τράπεζα της Ελλάδος με την εγκριτική της απόφαση.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.