Νόμος 1430/84 - Άρθρο 1

Άρθρο 1


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Κυρώνεται και έχει κατά το άρθρο 28 παράγραφος 1 του Συντάγματος ισχύ νόμου ή 62 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας που αφορά τις διατάξεις ασφάλειας στην οικοδομική βιομηχανία και ψηφίσθηκε από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας στην 23η σύνοδό της το 1937. Το κείμενο της σύμβασης στο γαλλικό πρωτότυπο και στην ελληνική του μετάφραση είναι το ακόλουθο:

 

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ αριθμός 62

Που αφορά τις διατάξεις ασφάλειας στην οικοδομική βιομηχανία

 

Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που συγκλήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας στην Γενεύη και συνήλθε εκεί στις 03-06-1937 στην εικοστή τρίτη, σύνοδό της.

 

Αφού έκρινε ότι η οικοδομική βιομηχανία παρουσιάζει σοβαρούς κινδύνους ατυχημάτων κι ότι οι κίνδυνοι αυτοί για λόγους ανθρωπιστικούς και οικονομικούς είναι απαραίτητο να περιορισθούν.

 

Αφού αποφάσισε να δεχθεί διάφορες με πρότασης σχετικές με τις διατάξεις ασφάλειας για τους εργαζομένους στην οικοδομική βιομηχανία, που αφορούν τα ικριώματα και τα ανυψωτικά μηχανήματα, ζήτημα που αποτελεί το πρώτο θέμα στην ημερήσια διάταξη της συνόδου.

 

Αφού έκρινε ότι, για λόγους σκοπιμότητας οι διατάξεις, που καθορίζουν τα ελάχιστα όρια ασφάλειας, πρέπει να γίνουν ομοιόμορφες χωρίς πάντα να επιβάλλουν πολύ αυστηρές υποχρεώσεις γενικής εφαρμογής και η πιο κατάλληλη μορφή, που πρέπει να δοθεί σε αυτές τις με πρότασης, είναι η διεθνής σύμβαση, την οποία θα συνοδεύει μια σύσταση που θα περιέχει έναν πρότυπο κανονισμό ασφάλειας.

 

Δέχεται σήμερα, 23-06-1937, την παρακάτω σύμβαση που θα ονομάζεται Σύμβαση που αφορά τις διατάξεις ασφάλειας (οικοδομές) 1937.

 

ΜΕΡΟΣ Ι.

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

 

Άρθρο 1.

 

1. Κάθε Μέλος της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που κυρώνει αυτή τη σύμβαση, υποχρεώνεται να έχει νομοθεσία:

 

α) Που να εξασφαλίζει την εφαρμογή των γενικών διατάξεων, που αποτελούν το αντικείμενο των μερών ΙΙ έως ΙΥ αυτής της σύμβασης.

 

β) Που με βάση αυτή τη νομοθεσία μια αρμόδια αρχή έχει την εξουσία να εκδίδει κανονισμούς, με τους οποίους θα δίνεται ισχύς, μέχρι του σημείου που είναι δυνατό και επιθυμητό έχοντας υπόψη τις συνθήκες που υπάρχουν στη χώρα, σε διατάξεις σύμφωνες ή αντίστοιχες με εκείνες του πρότυπου κανονισμού, που συνοδεύει τη σύσταση για τις διατάξεις ασφάλειας (οικοδομές) του έτους 1937 ή οποιουδήποτε άλλου αναθεωρητικού πρότυπου κανονισμού, που θα ήταν δυνατό να γίνει δεκτός αργότερα από τη Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας.

 

2. Καθένα από αυτά τα Μέλη υποχρεώνεται επίσης, κάθε τρία χρόνια να στέλνει στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας μια Έκθεση, με την οποία θα προσδιορίζεται μέχρι ποίου σημείου έχουν ισχύσει οι διατάξεις του πρότυπου κανονισμού, που συνοδεύει τη σύσταση για τις διατάξεις ασφάλειας (οικοδομές) του έτους 1937 ή οποιουδήποτε άλλου αναθεωρητικού πρότυπου κανονισμού, που θα ήταν δυνατό να γίνει δεκτός αργότερα από τη Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας.

 

Άρθρο 2.

 

1. Η νομοθεσία, που θα εξασφαλίζει την εφαρμογή των γενικών διατάξεων, που αποτελούν το αντικείμενο των μερών ΙΙ έως ΙΥ αυτής της σύμβασης, πρέπει να εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε εργασία, που εκτελείται σε εργοτάξια και έχει σχέση με την ανέγερση, μετατροπή, συντήρηση ή κατεδάφιση οικοδομής οποιουδήποτε τύπου.

 

2. Η πιο πάνω νομοθεσία είναι δυνατό να προβλέπει ότι η αρμόδια αρχή μπορεί, αφού πάρει τη γνώμη των ενδιαφερομένων οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων, εάν υπάρχουν, να επιτρέπει εξαιρέσεις, σε όλες τις διατάξεις της ή σε ορισμένα μέρη από αυτές, με την επιφύλαξη ότι πρόκειται για εργασίες που εκτελούνται κανονικά με ορθολογικές συνθήκες ασφάλειας.

 

Άρθρο 3.

 

Η νομοθεσία που εξασφαλίζει την εφαρμογή των γενικών διατάξεων, που αποτελούν το αντικείμενο των μερών ΙΙ έως ΙΥ αυτής της σύμβασης και οι κανονισμοί, που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή προκειμένου να δοθεί ισχύς στον πρότυπο κανονισμό, που συνοδεύει τη σύσταση για τις διατάξεις ασφάλειας (οικοδομές) του 1937, πρέπει:

 

α) Να απαιτούν από τον εργοδότη να γνωστοποιεί τη νομοθεσία και τους κανονισμούς αυτούς σε όλα τα πρόσωπα, που ενδιαφέρονται, με τον τρόπο που εγκρίνει η αρμόδια αρχή.

β) Να ορίζουν τα υπεύθυνα πρόσωπα για την εφαρμογή τους.

γ) Να προβλέπουν κατάλληλες ποινές σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί.

 

Άρθρο 4.

 

Κάθε Μέλος, που κυρώνει αυτή τη σύμβαση, υποχρεώνεται να έχει ή να βεβαιώνει ότι υπάρχει ένα σύστημα επιθεώρησης, που να εξασφαλίζει αποτελεσματικά την εφαρμογή της νομοθεσίας της σχετικής με τις διατάξεις ασφάλειας στην οικοδομική βιομηχανία.

 

Άρθρο 5.

 

1. Όταν το έδαφος ενός Μέλους περιλαμβάνει εκτεταμένες περιοχές όπου, εξ αιτίας του ότι είναι αραιοκατοικημένες ή εξ αιτίας της κατάστασης της οικονομικής ανάπτυξής τους, η αρμόδια αρχή κρίνει ότι πρακτικά είναι αδύνατο να εφαρμοστούν οι διατάξεις αυτής της σύμβασης, τότε μπορεί να εξαιρεί τις πιο πάνω περιοχές από την εφαρμογή της σύμβασης ή γενικά ή με εξαιρέσεις που θα τις κρίνει κατάλληλες για ορισμένους τόπους ή ορισμένα είδη κατασκευών.

 

2. Κάθε Μέλος, πρέπει στην πρώτη ετήσια έκθεση, που θα στείλει για την εφαρμογή αυτής, της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 22 του Καταστατικού Χάρτη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, να προσδιορίζει κάθε περιοχή για την οποία σκοπεύει να προσφύγει στις διατάξεις αυτού του άρθρου.

 

Σε συνέχεια, κανένα Μέλος δεν θα μπορεί να προσφεύγει στις διατάξεις αυτού του άρθρου παρά μόνο όταν πρόκειται για περιοχές, που θα τις έχει προσδιορίσει με τον πιο πάνω τρόπο.

 

3. Κάθε Μέλος, που προσφεύγει στις διατάξεις αυτού του άρθρου, πρέπει να προσδιορίζει στις εκθέσεις, που θα στέλνει κατόπιν κάθε χρόνο, τις περιοχές για τις οποίες παραιτείται από το δικαίωμα να καταφεύγει στις πιο πάνω διατάξεις.

 

Άρθρο 6.

 

Κάθε Μέλος, που κυρώνει αυτή, τη σύμβαση, υποχρεώνεται να στέλνει κάθε χρόνο στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας τις πιο τελευταίες στατιστικές πληροφορίες του, σχετικά με τον αριθμό και την κατάταξη των ατυχημάτων, που έχουν συμβεί σε πρόσωπα που απασχολούνται στις εργασίες που προβλέπει αυτή η σύμβαση.

 

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙ.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΙΚΡΙΩΜΑΤΑ.

 

Άρθρο 7.

 

1. Πρέπει να προβλέπονται για τους εργάτες κατάλληλα ικριώματα για οποιαδήποτε εργασία, που δεν μπορεί να γίνει χωρίς κίνδυνο με τη βοήθεια κλίμακας ή με άλλα μέσα.

 

2. Τα ικριώματα πρέπει να μην κατασκευάζονται, λύνονται ή τροποποιούνται σημαντικά, εκτός αν αυτό γίνεται:

α) Κάτω από τη διεύθυνση ενός προσώπου, που θα είναι αρμόδιο και υπεύθυνο.

β) Όσο το δυνατόν από εργάτες ειδικευμένους και εξασκημένους σε αυτό το είδος της εργασίας.

 

3. Όλα τα ικριώματα και τα μηχανικά μέσα που συνδέονται με αυτά, καθώς και όλες οι κλίμακες πρέπει:

α) Να κατασκευάζονται από υλικά καλής ποιότητας.

β) Έχοντας υπόψη τα φορτία και τις δυνάμεις, στις οποίες θα υποβληθούν, να έχουν την κατάλληλη αντοχή.

γ) Να διατηρούνται σε καλή κατάσταση

 

4. Τα ικριώματα πρέπει να κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να εμποδίζεται, σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται κανονικά, η μετατόπιση οποιουδήποτε τμήματός τους.

 

5. Τα ικριώματα πρέπει να μην παραφορτώνονται και τα βάρη πρέπει να μοιράζονται όσο το δυνατό πιο ομοιόμορφα.

 

6. Πριν εγκατασταθούν ανυψωτικά μηχανήματα στα ικριώματα, πρέπει να παίρνονται ειδικές προφυλάξεις, ώστε αυτά να αντέχουν και να είναι σταθερά.

 

7. Τα ικριώματα πρέπει να επιθεωρούνται τακτικά και από αρμόδιο πρόσωπο.

 

8. Ο εργοδότης προτού επιτρέψει στους εργάτες του να χρησιμοποιήσουν ικρίωμα, που κατασκευάστηκε ή όχι με τις φροντίδες του, πρέπει να βεβαιώνεται ότι το πιο πάνω ικρίωμα ανταποκρίνεται ολοκληρωτικά στις απαιτήσεις αυτού του άρθρου.

 

Άρθρο 8.

 

1. Τα δάπεδα εργασίας, οι διαβάσεις και οι κλίμακες πρέπει:

α) Να κατασκευάζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κανένα από τα μέρη τους να μην μπορεί να καμφθεί υπερβολικά ή άνισα.

β) Έχοντας υπόψη τις συνθήκες που υπάρχουν, να κατασκευάζονται και να διατηρούνται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να κινδυνεύουν, όσο το δυνατόν λιγότερο, τα πρόσωπα να σκοντάψουν ή να γλιστρήσουν.

γ) Να διατηρούνται ελεύθερα από κάθε άχρηστο εμπόδιο.

 

2. Στην περίπτωση που τα δάπεδα εργασίας, οι διαβάσεις, οι τόποι εργασίας και οι κλίμακες έχουν ύψος μεγαλύτερο από το όριο που προσδιορίζεται από την εθνική νομοθεσία:

α) Κάθε δάπεδο εργασίας και κάθε διάδρομος πρέπει να έχει ένα συνδετικό δάπεδο, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία έχουν προβλεφθεί άλλα κατάλληλα μέτρα που θα παρέχουν ασφάλεια.

β) Κάθε δάπεδο εργασίας και κάθε διάβαση, κάθε χώρος εργασίας καθώς και κάθε κλίμακα πρέπει να είναι κατάλληλα περιφραγμένα.

 

Άρθρο 9.

 

1. Κάθε άνοιγμα σε δάπεδο οικοδομής ή σε δάπεδο εργασίας, εκτός από αυτά, που ανάλογα με την περίπτωση και το βαθμό ανάγκης, κρίνονται απαραίτητα για να επιτρέπουν την είσοδο προσώπων και τη μεταφορά ή τη μετατόπιση υλικών, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με τα κατάλληλα μέσα ασφάλειας, ώστε να αποφεύγεται η πτώση προσώπων ή υλικών.

 

2. Οσάκις πρέπει να χρησιμοποιηθούν πρόσωπα πάνω σε μια στέγη, από την οποία υπάρχουν κίνδυνοι να πέσουν πρόσωπα ή πράγματα και από ύψος μεγαλύτερο από αυτό που προσδιορίζει η εθνική νομοθεσία, πρέπει να παίρνονται οι ανάλογες προφυλάξεις για να αποφεύγεται η πτώση προσώπου ή υλικών.

 

3. Πρέπει να παίρνονται οι κατάλληλες προφυλάξεις, ώστε τα αντικείμενα που θα ήταν δυνατό να πέσουν από τα ικριώματα ή από άλλους τόπους εργασίας, να μην υπάρχει κίνδυνος να κτυπήσουν πρόσωπα.

 

Άρθρο 10.

 

1. Πρέπει να προβλέπονται ασφαλή μέσα την είσοδο και έξοδο σε όλα τα δάπεδα και σε όλους τους άλλους τόπους εργασίας.

 

2. Κάθε κλίμακα πρέπει να είναι σταθερά στερεωμένη και σε ένα ύψος ικανοποιητικό, ώστε να προσφέρει σε οποιαδήποτε θέση κι αν χρησιμοποιηθεί ένα στήριγμα σίγουρο για τα χέρια και τα πόδια.

 

3. Όλοι οι χώροι, στους οποίους εκτελούνται εργασίες, καθώς και η είσοδος ή η έξοδός τους πρέπει να φωτίζονται κατάλληλα.

 

4. Πρέπει να παίρνονται οι κατάλληλες προφυλάξεις, ώστε να προλαμβάνεται κάθε κίνδυνος που οφείλεται σε ηλεκτρικές εγκαταστάσεις.

 

5. Τα υλικά που βρίσκονται στο εργοτάξιο πρέπει να μην είναι ούτε στοιβαγμένα ούτε τοποθετημένα κατά τέτοιο τρόπο, που θα ήταν δυνατό να βάλει σε κίνδυνο πρόσωπα.

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΑ ΑΝΥΨΩΤΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ.

 

Άρθρο 11.

 

1. Τα ανυψωτικά μηχανήματα και οι συσκευές μαζί με τις στηρίξεις, αγκυρώσεις, και τα υποστηρίγματά τους πρέπει:

α) Να έχουν καλή μηχανική κατασκευή, να αποτελούνται από υλικά καλής ποιότητας με την κατάλληλη αντοχή και να μην έχουν φανερά ελαττώματα.

β) Να διατηρούνται σε καλή κατάσταση και να λειτουργούν καλά.

 

2. Κάθε καλώδιο, που χρησιμοποιείται για την άνοδο ή την κάθοδο των υλικών ή σαν μέσο ανάρτησής τους, πρέπει να είναι καλής ποιότητας, να αντέχει αρκετά και να μην έχει φανερά ελαττώματα.

 

Άρθρο 12.

 

1. Τα ανυψωτικά μηχανήματα και οι συσκευές πρέπει να εξετάζονται και να δοκιμάζονται με τον κατάλληλο τρόπο μετά από την τοποθέτησή τους στο εργοτάξιο και πριν χρησιμοποιηθούν, επίσης να εξετάζονται ξανά επί τόπου κατά τα χρονικά διαστήματα που θα προσδιορίζονται από την εθνική νομοθεσία.

 

2. Οι αλυσίδες, δακτύλιοι, άγκυρες γενικά, κρίκοι, άγκιστρα και πολύσπαστα που θα χρησιμοποιηθούν για την άνοδο ή την κάθοδο των υλικών ή σαν μέσα ανάρτησης τούτων πρέπει να ελέγχονται κατά διαστήματα.

 

Άρθρο 13.

 

1. Κάθε οδηγός γερανού ή άλλων ανυψωτικών μηχανημάτων πρέπει να είναι κατάλληλα ειδικευμένος.

 

2. Κανείς δεν μπορεί να χειρίζεται ανυψωτική συσκευή καθώς και τα βαρούλκα ικριώματα ή να δίνει σήματα στον οδηγό, εάν δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία που ορίζει η εθνική νομοθεσία.

 

Άρθρο 14.

 

1. Για κάθε ανυψωτική συσκευή, καθώς και για κάθε αλυσίδα, δακτύλιο, άγκυρα, κρίκο, άγκιστρο και πολύσπαστο, που χρησιμοποιείται για την άνοδο ή την κάθοδο φορτίων ή σαν μέσο ανάρτησης τούτων, το επιτρεπόμενο ωφέλιμο φορτίο πρέπει να καθορίζεται με τα κατάλληλα μέσα.

 

2. Πάνω σε κάθε ανυψωτική συσκευή και σε κάθε μηχάνημα από αυτά που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, πρέπει να προσδιορίζεται καθαρά το μεγαλύτερο επιτρεπόμενο ωφέλιμο φορτίο.

 

3. Στην περίπτωση ανυψωτικής συσκευής, που το επιτρεπόμενο ωφέλιμο φορτίο της είναι μεταβλητό, πρέπει να προσδιορίζεται καθαρά κάθε ωφέλιμο φορτίο και κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί τούτο να ανυψωθεί.

 

4. Απαγορεύεται να φορτώνεται μέρος ανυψωτικής συσκευής ή μηχανήματος από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου, εκτός αν αυτό γίνεται κατά τη διάρκεια δοκιμών.

 

Άρθρο 15.

 

1. Κινητήρες, οδοντωτοί τροχοί, στοιχεία που μεταδίδουν κίνηση, ηλεκτρικοί αγωγοί και άλλα επικίνδυνα τμήματα των ανυψωτικών μηχανημάτων πρέπει να είναι εφοδιασμένα με αποτελεσματικά προστατευτικά μέσα.

 

2. Οι ανυψωτικές μηχανές πρέπει να εφοδιάζονται και με μέσα που να μπορούν να περιορίζουν στο ελάχιστο τον κίνδυνο, εάν έχουμε μια τυχαία πτώση των φορτίων.

 

3. Πρέπει να παίρνονται οι κατάλληλες προφυλάξεις, ώστε να μειώνεται στο ελάχιστο ο κίνδυνος να μετατοπισθεί τυχαία οποιοδήποτε μέρος ενός αναρτημένου φορτίου.

 

ΜΕΡΟΣ ΙV.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ.

 

Άρθρο 16.

 

1. Όλος ο απαραίτητος εξοπλισμός για την ατομική προστασία πρέπει να βρίσκεται στη διάθεση του προσωπικού, που εργάζεται στο εργοτάξιο και να είναι πάντοτε σε κατάσταση που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί αμέσως.

 

2. Οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν τον εξοπλισμό που βρίσκεται στη διάθεσή τους και οι εργοδότες πρέπει να φροντίζουν ώστε οι ενδιαφερόμενοι να χρησιμοποιούν αυτόν τον εξοπλισμό με φρόνηση.

 

Άρθρο 17.

 

Κάθε φορά που εκτελούνται εργασίες κοντά σε οποιοδήποτε τόπο, όπου υπάρχει κίνδυνος πνιγμού, πρέπει να προβλέπεται και να είναι προσιτός όλος ο απαραίτητος εξοπλισμός, επίσης πρέπει να παίρνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για να είναι εύκολο να σωθεί γρήγορα κάθε πρόσωπο που θα βρεθεί σε κίνδυνο.

 

Άρθρο 18.

 

Πρέπει να παίρνονται τα κατάλληλα μέτρα για να δοθούν γρήγορα οι πρώτες βοήθειες σε κάθε πρόσωπο που θα τραυματισθεί κατά τη διάρκεια της εργασίας.

 

ΜΕΡΟΣ V.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.

 

Άρθρο 19.

 

Οι επίσημες κυρώσεις αυτής της σύμβασης κοινοποιούνται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και αυτός τις καταχωρεί.

 

Άρθρο 20.

 

1. Αυτή η σύμβαση δεν δεσμεύει παρά μόνο εκείνα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, των οποίων ο Γενικός Διευθυντής έχει καταχωρήσει την κύρωση.

 

2. Θα αρχίσει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά από την ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Διευθυντής καταχώρησε τις κυρώσεις δυο Μελών.

 

3. Σε συνέχεια, αυτή η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει για κάθε Μέλος δώδεκα μήνες μετά από την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκε η κύρωση του.

 

Άρθρο 21.

 

Αμέσως μόλις καταχωρηθούν οι κυρώσεις δυο Μελών της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί το γεγονός σε όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Επίσης γνωστοποιεί την καταχώρηση των κυρώσεων, που θα του ανακοινωθούν αργότερα από άλλα Μέλη της Οργάνωσης.

 

Άρθρο 22.

 

1. Κάθε Μέλος, που κυρώνει αυτή τη σύμβαση, μπορεί να την καταγγείλει, αφού περάσουν δέκα χρόνια από την ημερομηνία που άρχισε να ισχύει, με μια πράξη, που θα την ανακοινώσει στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και αυτός θα την καταχωρήσει. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει μετά από ένα χρόνο από την καταχώρησή της.

 

2. Κάθε Μέλος που έχει επικυρώσει αυτή τη σύμβαση και στο διάστημα ενός χρόνου μετά τη λήξη της δεκαετίας, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν χρησιμοποιεί τη δυνατότητα καταγγελίας την οποία προβλέπει αυτό το άρθρο, δεσμεύεται για μια καινούργια δεκαετία και επομένως θα μπορεί να καταγγέλλει αυτή τη σύμβαση στο τέλος κάθε δεκαετίας και με τους όρους που προβλέπει αυτό το άρθρο.

 

Άρθρο 23.

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, κάθε φορά που θα το κρίνει απαραίτητο, θα παρουσιάζει στη Γενική Συνδιάσκεψη μια έκθεση για την εφαρμογή αυτής της σύμβασης και θα εξετάζει εάν υπάρχει λόγος να γραφεί στην ημερήσια διάταξη της Συνδιάσκεψης θέμα για την ολική ή μερική αναθεώρησή της.

 

Άρθρο 24.

 

1. Στην περίπτωση όπου η Συνδιάσκεψη αποδεχθεί μια νέα σύμβαση που θα προβλέπει την ολική ή μερική αναθεώρηση αυτής της σύμβασης και εφόσον η νέα σύμβαση δεν ορίζει διαφορετικά:

 

α) Η κύρωση από ένα Μέλος της νέας αναθεωρητικής σύμβασης προκαλεί αυτοδικαίως, παρά τις διατάξεις του άρθρου 22, την άμεση καταγγελία της παρούσας σύμβασης με την επιφύλαξη ότι θα έχει αρχίσει να ισχύει η νέα αναθεωρητική της σύμβαση.

 

β) Από την ημερομηνία, που θα αρχίσει να ισχύει η νέα αναθεωρητική σύμβαση, τα Μέλη δεν θα έχουν τη δυνατότητα να κυρώνουν την παρούσα σύμβαση.

 

2. Η σύμβαση αυτή θα εξακολουθεί να ισχύει όμως, με τη σημερινή της μορφή και περιεχόμενο για τα Μέλη εκείνα που θα την έχουν κυρώσει και δεν θα θέλουν να κυρώσουν τη νέα αναθεωρητική της σύμβαση.

 

Άρθρο 25.

 

Το γαλλικό και το αγγλικό κείμενο αυτής της σύμβασης είναι το ίδιο αυθεντικά.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.