Νόμος 2778/99 - Άρθρο 50

Άρθρο 50: Ρύθμιση βεβαιωμένων χρεών από δάνεια σεισμόπληκτων περιοχών όλης της Επικράτειας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Χρέη προς το Δημόσιο τα οποία προέρχονται από δάνεια που χορηγήθηκαν με εγγύηση του Ελληνικού Δημόσιου σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα για την αποκατάσταση των ζημιών, που υπέστησαν από τους σεισμούς που έλαβαν χώρα σε διάφορες περιοχές όλης της Επικράτειας και έχουν βεβαιωθεί στις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες μέχρι 31-08-1999, καθώς και χρέη προς τρίτους που συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται με αυτό, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε σαράντα οκτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις που το ποσό της καθεμιάς δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30,000) δραχμών. Οι ρυθμιζόμενες οφειλές καταβάλλονται χωρίς τις αναλογούσες σε αυτές, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

 

2. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτήν αποτελεί:

 

α) Η κατάθεση αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα, του μήνα δημοσίευσης θεωρουμένου ως πρώτου.

 

β) Η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία λήξης της κατάθεσης της αίτησης και της σχετικής βεβαίωσης για τη φύση του δανείου ως σεισμοδανείου.

 

3. Στη ρύθμιση της παραγράφου 1 υπάγονται και τα χρέη που προέρχονται από σεισμοδάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, των οποίων οι οφειλέτες απώλεσαν για οποιονδήποτε λόγο το δικαίωμα διακανονισμού εξόφλησης αυτών με προηγούμενες ρυθμίσεις, χωρίς τις αναλογούσες, κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, Με την εφαρμογή της διάταξης αυτής δεν γεννάται αξίωση κατά του Δημοσίου για τυχόν καταβληθείσες προσαυξήσεις μέχρι την έναρξη ισχύος της.

 

Για τους οφειλέτες που έχουν ήδη ρυθμίσει τις οφειλές τους με τις διατάξεις της παραγράφου 1, αν ζητήσουν να υπαχθούν σε αυτές και οφειλές των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, θα γίνει αναπροσαρμογή των δόσεων της αρχικής ρύθμισης με υποχρέωση καταβολής της τυχόν διαφοράς που θα προκύψει, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μέχρι την οριζόμενη στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου προθεσμία.

 

Μέχρι την ίδια προθεσμία θα πρέπει επίσης να κατατεθεί η σχετική αίτηση και η βεβαίωση για τη φύση του δανείου ως δανείου που έχει ληφθεί λόγω ζημιών από το σεισμό.

 

4. Η καθυστέρηση καταβολής τριών συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, το οποίο επιβαρύνεται με τις αναλογούσες κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης.

 

Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας οποιασδήποτε μηνιαίας δόσης, η οφειλή επιβαρύνεται με την αναλογούσα κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προσαύξηση.

 

Από τη ρύθμιση αυτήν εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί, καθώς και τα χρέη που καταβάλλονται κατ' εφαρμογή όρων συμφωνίας του άρθρου 44 του νόμου 1892/1990.

 

Εφόσον ο οφειλέτης έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη ρύθμιση και δεν υφίστανται άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών προς το Δημόσιο κάθε φορά για 1 μήνα και δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα από τις διατάξεις του άρθρου 27 του νόμου 1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α/1990), του νόμου [Ν] 395/1976 (ΦΕΚ 199/Α/1976), των άρθρων 22 και 23 του νόμου 2523/1997, των άρθρων 231 και 243 του νόμου [Ν] 2717/1999 (ΦΕΚ 97/Α/1999), αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. Επίσης αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσωποκράτηση ή, αν αυτή έχει αρχίσει, διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 23 του νόμου 2523/1997 και αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής ή διακόπτεται η αρξάμενη εκτέλεση αυτής. Ομοίως αναστέλλεται η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης των κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το δικαίωμα αυτής της ρύθμισης διατηρείται η ισχύς των μέτρων που έχουν ανασταλεί.

 

Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει, προς διασφάλιση της οφειλής, την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είσπραξης.

 

Η παραγραφή των χρεών που κατά τα ανωτέρω δύνανται να ρυθμιστούν και για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα από την καταβολή οποιουδήποτε ποσού, και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει 1 έτος από τη λήξη του χρόνου της τελευταίας δόσης της ρύθμισης.

 

Απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών που έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση συμψηφίζοντας υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης αυτής, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι των οποίων συμψηφίζονται κατά προτεραιότητα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι παράγραφοι 3 και 4 τίθενται όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του νόμου 2873/2000 (ΦΕΚ 28/Α/2000).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.