Νόμος 4449/17 - Άρθρο 35

Άρθρο 35: Συστήματα ερευνών και κυρώσεων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(άρθρο 30 α-β-γ-δ-ε της Οδηγίας)

 

1. Στο παραπεμπτήριο έγγραφο του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων πρέπει να μνημονεύονται τα συνιστώντα το διωκόμενο παράπτωμα πραγματικά περιστατικά, καθώς και τα υπάρχοντα στοιχεία τα οποία συνιστούν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται στους παραπεμπόμενους με δικαστικό επιμελητή.

 

2. Ο εισηγητής ενεργεί ως προανακριτικός υπάλληλος. Στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης για τη διαπίστωση παράβασης της νομοθεσίας που διέπει τις εργασίες των ελεγκτών, ο εισηγητής μπορεί:

 

α) Να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα από έγγραφα, βιβλία και άλλα στοιχεία που τηρούνται σε οποιαδήποτε μορφή (έγγραφη, ηλεκτρονική, μαγνητική ή άλλη) από τον ελεγχόμενο ή τρίτο που σχετίζεται με την υπόθεση. Ο ελεγχόμενος ορκωτός ελεγκτής λογιστής δεν δικαιούται να επικαλεστεί επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο.

 

β) Να λαμβάνει κατά την κρίση του ένορκες ή ανωμοτί μαρτυρικές καταθέσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και να ζητεί επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις σχετικές απαντήσεις. Η άρνηση παροχής στοιχείων από τον ελεγχόμενο συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο κινείται παράλληλη πειθαρχική διαδικασία.

 

3. Η λήψη μαρτυρικών καταθέσεων πραγματοποιείται ενώπιον του εισηγητή και του γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Ο μάρτυρας, πριν καταθέσει, καλείται να δηλώσει το ονοματεπώνυμό του, τον τόπο γέννησης και κατοικίας του, καθώς και την ηλικία του.

 

4. Για τη μαρτυρική κατάθεση συντάσσεται από τον γραμματέα σχετική έκθεση, η οποία αναφέρει τον τόπο και την ημερομηνία της μαρτυρικής κατάθεσης, την ώρα κατά την οποία άρχισε και τελείωσε η κατάθεση και το ονοματεπώνυμο του εισηγητή, του γραμματέα και του μάρτυρα, καθώς και ακριβή καταγραφή όσων κατατέθηκαν από τον μάρτυρα. Η έκθεση διαβάζεται από όλα τα παρευρισκόμενα κατά την εξέταση πρόσωπα και υπογράφεται από αυτά. Αν κάποιο από τα πρόσωπα αυτά αρνείται να υπογράψει, αυτό αναφέρεται στην έκθεση. Η έκθεση αποτελεί πλήρη απόδειξη για όσα έχει καταθέσει ο μάρτυρας. Η έκθεση είναι άκυρη, αν δεν προκύπτει με βεβαιότητα από αυτή η χρονολογία, τα ονοματεπώνυμα των προσώπων που παραβρέθηκαν κατά την κατάθεση και η υπογραφή τους. Η έκθεση συντάσσεται σε δύο αντίγραφα, από τα οποία ένα αντίγραφο δίδεται στο μάρτυρα και το άλλο τίθεται με ευθύνη του εισηγητή στον φάκελο της υπόθεσης. Ψευδείς ή ανακριβείς μαρτυρικές καταθέσεις τιμωρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 225 του Ποινικού Κώδικα.

 

5. Ο εισηγητής, αφού εξετάσει τους μάρτυρες και συλλέξει το λοιπό αποδεικτικό υλικό, συντάσσει το κατηγορητήριο και καλεί τον πειθαρχικά διωκόμενο να λάβει γνώση του κατηγορητηρίου και της δικογραφίας και να απολογηθεί προφορικά ή γραπτά μέσα σε εύλογο χρόνο.

 

Αν ο διωκόμενος υποβάλει γραπτό απολογητικό υπόμνημα ο εισηγητής μπορεί να τον καλέσει εκ νέου για να του υποβάλει πρόσθετες ερωτήσεις.

 

6. Αν μετά τη συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού, ο εισηγητής κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος, παραδίδει τον φάκελο στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου με την πρόταση να μην απαγγελθεί κατηγορία και να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο. Ο Πρόεδρος εισάγει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει, αν θα δεχθεί ή όχι την πρόταση του εισηγητή ή αν πρέπει να διενεργηθεί συμπληρωματική ανάκριση.

 

Αν το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεχθεί ότι πρέπει να απαγγελθεί κατηγορία, ο εισηγητής υποχρεούται να συντάξει κατηγορητήριο. Μετά την ολοκλήρωση του έργου του εισηγητή, ολόκληρος ο φάκελος διαβιβάζεται στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τον ορισμό της ημερομηνίας συνεδρίασης, μαζί με τον κατάλογο των μαρτύρων που πρέπει να κληθούν και το αποδεικτικό επίδοσης της πράξης αυτής στον πειθαρχικά διωκόμενο.

 

7. Ο εισηγητής της υπόθεσης συμμετέχει στη συνεδρίαση του Συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου.

 

8. Ο διωκόμενος ορκωτός ελεγκτής λογιστής παρίσταται αυτοπροσώπως με ή χωρίς δικηγόρο, δικαιούται δε να καλέσει μάρτυρες υπεράσπισής του, οι οποίοι δεν μπορούν να υπερβαίνουν σε αριθμό τους 3.

 

9. Μετά την ολοκλήρωση της αποδεικτικής διαδικασίας, ο πειθαρχικά διωκόμενος απολογείται, κατόπιν δε αυτού περαιώνεται η ακροαματική πειθαρχική διαδικασία και ακολουθεί η διάσκεψη των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης. Η απόφαση συντάσσεται εντός 20 ημερών από το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας και εντός 6 μηνών από την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου περί εκκίνησης της πειθαρχικής διαδικασίας και πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Τα τηρηθέντα κατά τη συνεδρίαση πρακτικά υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα και καταχωρίζονται, μαζί με την απόφαση, σε ειδικό βιβλίο με αύξοντα αριθμό. Η απόφαση του Συμβουλίου επιδίδεται αμελλητί, με δικαστικό επιμελητή, στον ορκωτό ελεγκτή λογιστή.

 

10. Κατά της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου με την οποία επιβάλλεται πειθαρχική κύρωση, χωρεί προσφυγή ουσίας ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου. Το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων επιβάλλει τις εξής διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα:

 

α) σύσταση,

 

β) έγγραφη επίπληξη,

 

γ) δημόσια δήλωση που αναφέρει το υπαίτιο πρόσωπο και τη φύση της παράβασης και δημοσιοποιείται στο διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων,

 

δ) δήλωση ότι η έκθεση ελέγχου δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 32 ή του άρθρου 10 του Κανονισμού 537/2014)

 

ε) χρηματικό πρόστιμο έως 50.000 €. Σε περίπτωση υποτροπής, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως 100.000 €,

 

στ) προσωρινή απαγόρευση διενέργειας υποχρεωτικών ελέγχων επί των ατομικών ή ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, για χρονικό διάστημα από 1 έως 12 μήνες,

 

ζ) προσωρινή αφαίρεση της επαγγελματικής άδειας για χρονικό διάστημα μέχρι 3 έτη,

 

η) οριστική αφαίρεση της επαγγελματικής άδειας και διαγραφή του ορκωτού ελεγκτή λογιστή από το Δημόσιο Μητρώο καθώς και δημοσιοποίηση της απόφασης αυτής στο διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων.

 

Για τον προσδιορισμό του είδους και του ύψους των κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη, ιδίως:

 

α) η βαρύτητα και διάρκεια της παράβασης,

 

β) ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου προσώπου,

 

γ) η οικονομική δύναμη του υπαίτιου προσώπου, για παράδειγμα όπως φαίνεται από τον συνολικό κύκλο εργασιών της υπαίτιας επιχείρησης ή το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου προσώπου, εφόσον το εν λόγω πρόσωπο είναι φυσικό πρόσωπο,

 

δ) το ύψος των κερδών που αποκομίσθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο πρόσωπο, εφόσον μπορούν να προσδιορισθούν,

 

ε) ζημιές τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση στο βαθμό που μπορεί να προσδιοριστούν,

 

στ) ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου προσώπου με την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων,

 

ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου προσώπου.

 

11. Κάθε απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων με την οποία επιβάλλεται κύρωση μπορεί να δημοσιοποιείται, μετά την εκπνοή της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής κατ' αυτής ή μετά την απόρριψη της προσφυγής που ασκήθηκε εφόσον αυτό επιβάλλεται για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Η δημοσιοποίηση περιλαμβάνει την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε η κύρωση, το είδος της κύρωσης, καθώς και το είδος της παράβασης που διαπράχθηκε.

 

Κατ' εξαίρεση, οι κυρώσεις δημοσιοποιούνται ανωνύμως, ιδίως:

 

α) αν η κύρωση επιβάλλεται σε φυσικό πρόσωπο, αν η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θεωρείται δυσανάλογη σύμφωνα με την υποχρεωτική προηγούμενη εκτίμηση της αναλογικότητας της εν λόγω δημοσιοποίησης,

 

β) όταν η δημοσιοποίηση είναι ικανή να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα,

 

γ) όταν η δημοσιοποίηση είναι ικανή να προκαλέσει δυσανάλογα μεγάλη ζημία στα νομικά ή φυσικά πρόσωπα σε βάρος των οποίων επιβλήθηκε η προς δημοσιοποίηση κύρωση.

 

Κάθε δημοσιοποίηση των κυρώσεων πραγματοποιείται, αμελλητί και παραμένει στον επίσημο διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων για περίοδο 5 ετών.

 

Η δημοσιοποίηση των κυρώσεων και μέτρων δεν πρέπει να παραβιάζει τα θεμελιώδη δικαιώματα που αναφέρονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το δικαίωμα του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

 

Στο πλαίσιο αυτό, είναι δυνατόν να αποφασίζεται σε ειδικές περιπτώσεις από το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων

 

ότι η δημοσιοποίηση ακόμα και σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων και ποινών δεν πρέπει να περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

 

12. Το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων είναι αρμόδιο να λαμβάνει έγγραφες αναφορές ή καταγγελίες για παραβάσεις του παρόντος νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 537/2014.

 

Για τη λήψη των αναφορών και καταγγελιών ακολουθείται η εξής διαδικασία:

 

α) συγκεκριμένες διαδικασίες για τη λήψη αναφορών παράβασης και την παρακολούθησή τους,

 

β) προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με το πρόσωπο που αναφέρει πιθανολογούμενες ή πραγματικές περιπτώσεις παράβασης και το πρόσωπο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ή εικάζεται ότι έχει διαπράξει παράβαση σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στο νόμο [Ν] 2472/1997 (ΦΕΚ 50/Α/1997),

 

γ) κατάλληλες διαδικασίες για να εξασφαλίζεται το δικαίωμα υπεράσπισης και ακρόασης του κατηγορούμενου προσώπου πριν από την έκδοση απόφασης που το αφορά και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά οποιασδήποτε απόφασης ή μέτρου που το αφορά.

 

Με απόφαση διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων δύναται να εξειδικεύεται η παραπάνω διαδικασία για την λήψη αναφορών και καταγγελιών.

 

13. Οι Ορκωτοί ελεγκτές λογιστές και οι ελεγκτικές εταιρείες καθορίζουν κατάλληλες διαδικασίες ώστε να μπορούν οι υπάλληλοί τους να αναφέρουν πιθανές ή πραγματικές περιπτώσεις παράβασης του παρόντος νόμου ή του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 537/2014 εσωτερικά, μέσω συγκεκριμένου διαύλου.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.