Νόμος 3232/04 - Άρθρο 15

Άρθρο 15: Λοιπές διατάξεις μισθωτών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Στο τέλος του εδαφίου α' της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951, όπως ισχύει σήμερα, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Κατ' εξαίρεση δεν απαιτείται η ανωτέρω προϋπόθεση των 100 τουλάχιστον ημερών εργασίας κατ' έτος την τελευταία πριν την υποβολή της αίτησης για συνταξιοδότηση πενταετία για τη χορήγηση μειωμένης σύνταξης γήρατος στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν εγγραφεί ως άνεργοι στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, για χρονικό διάστημα είκοσι τεσσάρων (24) τουλάχιστον συνεχών μηνών πριν το μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και εφόσον κατέχουν για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα κάρτα ανεργίας ανανεούμενη ανά μήνα. Η διάταξη αυτή ισχύει δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.}

 

2. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 172/1974 (ΦΕΚ 345/Α/1974) προθεσμία, που παρατάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 825/1978 (ΦΕΚ 189/Α/1978), την παράγραφο 2 του άρθρου 14 του νόμου [Ν] 1276/1982 (ΦΕΚ 100/Α/1982), την παράγραφο 1 του άρθρου 27 του νόμου 1469/1984 (ΦΕΚ 111/Α/1984), το άρθρο 27 του νόμου [Ν] 1654/1986 (ΦΕΚ 177/Α/1986), την παράγραφο 10 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 1759/1988 (ΦΕΚ 50/Α/1988), το άρθρο 14 του νόμου [Ν] 2217/1994 (ΦΕΚ 83/Α/1994) και την παράγραφο 3 του άρθρου 73 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), καταργείται.

 

3. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του νόμου 1469/1984 (ΦΕΚ 111/Α/1984) προθεσμία υποβολής αίτησης αναγνώρισης χρόνου απασχόλησης στην αλλοδαπή, που παρατάθηκε με τις διατάξεις του εδαφίου β' της παραγράφου 16 του άρθρου 38 του νόμου [Ν] 1759/1988 (ΦΕΚ 50/Α/1988) και της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του νόμου [Ν] 1902/1990 (ΦΕΚ 138/Α/1990) και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 2217/1994 (ΦΕΚ 83/Α/1994) και της παραγράφου 4 του άρθρου 73 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), παρατείνεται για έναν (1) χρόνο από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

4. Η προβλεπόμενη από την οίκοθεν [Α] Φ21/30/1942/1987 (ΦΕΚ 370/Β/1987) απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προθεσμία υποβολής αίτησης αναγνώρισης χρόνου απασχόλησης στην αλλοδαπή καταργείται.

 

5. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του νόμου 2956/2001 (ΦΕΚ 258/Α/2001) προθεσμία υποβολής αίτησης για αναπροσαρμογή των συντάξεων εγγάμων γυναικών συνταξιούχων οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 13 του άρθρου 13 του νόμου 3050/2002 (ΦΕΚ 214/Α/2002) καταργείται.

 

6. Χορηγείται εξάμηνη προθεσμία υποβολής αίτησης αναγνώρισης του χρόνου απασχόλησης της παραγράφου 8 του άρθρου 11 του νόμου 3050/2002 (ΦΕΚ 214/Α/2002), η οποία αρχίζει από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

 

Το δικαίωμα αναγνώρισης μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το προηγούμενο εδάφιο και με τους ειδικούς περιορισμούς που θέτουν οι διατάξεις που αναφέρονται σε αυτό, παρέχεται και στους ασφαλισμένους που υπήχθησαν στην ασφάλιση του Ταμείου μετά την 01-01-1993, εφόσον έχουν ασφαλιστεί σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31-12-1992 και έχουν απασχοληθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή σε εργασίες ασφαλιστέες, κατά το χρόνο παροχής τους, στο Ταμείο σύμφωνα με τις καταστατικές του διατάξεις.

 

7. Ο κλάδος Πρόνοιας του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας (ΤΑΠΙΛΤ) καθίσταται καθολικός διάδοχος των απαιτήσεων των κλάδων σύνταξης και υγείας του ταμείου αυτού κατά της Άλφα Τραπέζης Ανώνυμη Εταιρία για τις οποίες έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται πράξεις επιβολής εισφορών και για όσες εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια. Ο ίδιος κλάδος καθίσταται και υπόχρεος έναντι της Τραπέζης για τις απαιτήσεις της που εκκρεμούν ενώπιον δικαστηρίων.

 

8. Διαφορές συντάξεων που έχουν καταβληθεί καθ' υπέρβαση των διατάξεων του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 1276/1982 στους συνταξιούχους του τέως Ταμείου Ασφαλίσεως Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών, καθώς και στους συνταξιοδοτηθέντες από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, με τις διατάξεις του ανωτέρω συγχωνευθέντος Ταμείου, δεν αναζητούνται από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Ποσά που έχουν καταβληθεί από τους ανωτέρω συνταξιούχους μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δεν επιστρέφονται.

 

9. Ο προβλεπόμενος από τον πίνακα 1 του άρθρου 38 του [Π] Κανονισμού Ασφάλισης Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων συντελεστής για αντικατάσταση στέγης, καθώς και οι συντελεστές του πίνακα 3 του ως άνω άρθρου για επισκευές και μεταρρυθμίσεις παλαιών οικιών που βρίσκονται σε περιοχές δημοτικών, κοινοτικών διαμερισμάτων και κοινοτήτων μέχρι δύο χιλιάδων κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού, μειώνονται κατά 50%. Μειώσεις που προβλέπονται από άλλες διατάξεις δεν ισχύουν σωρευτικά. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για εργασίες που εκτελέσθηκαν πριν την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και δεν έχει γίνει εκκαθάριση του λογαριασμού εισφορών.

 

10. Φοιτητές και σπουδαστές Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, δημόσιων και ιδιωτικών Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης και Τεχνολογικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων, εφόσον κατά τη διάρκεια της θεσμοθετημένης από το πρόγραμμα σπουδών τους πρακτικής άσκησης δεν καλύπτονται για παροχές ασθένειας σε είδος, άμεσα ή έμμεσα, από το δημόσιο ή άλλον ασφαλιστικό οργανισμό, υπάγονται και γι' αυτόν τον κίνδυνο στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών. Οι προβλεπόμενες για την περίπτωση αυτή ασφαλιστικές εισφορές βαρύνουν τον ασφαλισμένο και το φορέα ή την επιχείρηση απασχόλησης του πρακτικά ασκούμενου κατά την ισχύουσα αναλογία.

 

11. Η αληθής έννοια της παραγράφου 4 της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 19 της 08-02-1990, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 6 του νόμου [Ν] 1878/1990, είναι ότι ο χρόνος της διάθεσης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και πραγματικής απασχόλησης, προσμετρούμενος και συνυπολογιζόμενος για κάθε περίπτωση μισθολογικής ή ασφαλιστικής κατάστασης, καθώς και λήψεως συντάξεως. Για τους ασφαλισμένους κατά τις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, που αποσπώνται στην Προεδρία της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 351/1991, ο χρόνος της απόσπασής τους λογίζεται ως χρόνος διανυθείς στην ασφάλιση του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων.

 

Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του οικείου φορέα πρόσθετη εισφορά βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων για όλο το χρόνο απόσπασης καταβάλλεται από τον κατά νόμο υπόχρεο και βαρύνει τον εργοδότη και τον ασφαλισμένο κατά τα ποσοστά που προβλέπονται.

 

12. Σε κάθε περίπτωση συνταξιοδότησης με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων ή με άλλες ειδικές διατάξεις όπου απαιτείται η πραγματοποίηση 1.000 ή 500 ημερών ασφάλισης εντός των τελευταίων 10 ή 13 χρόνων πριν τη συμπλήρωση του εκάστοτε οριζόμενου ορίου ηλικίας ή μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, το χρονικό αυτό διάστημα επιμηκύνεται σε 17 έτη.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του νόμου [Ν] 4611/2019 (ΦΕΚ 70/Α/2019).

 

13. Ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορούν να αναγνωρίσουν ως συντάξιμο το χρόνο φυλάκισής τους για τα κοινωνικά τους φρονήματα, με αποφάσεις στρατοδικείων που εκδόθηκαν κατά τη χρονική περίοδο 1965 - 1967, μετά από σχετική αίτηση που υποβάλλεται στον οργανισμό στον οποίο ασφαλίζεται ή από τον οποίο συνταξιοδοτείται ο αιτών κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

Η εξαγορά του χρόνου που αναγνωρίζεται γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 2 και της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 1358/1983 (ΦΕΚ 64/Α/1983), όπως ισχύει κάθε φορά.

 

Το ποσό της εξαγοράς που αναλογεί στον αναγνωριζόμενο χρόνο βαρύνει τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.

 

14. α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23Α του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 792/1978 (ΦΕΚ 220/Α/1978), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μετά την περίπτωση γ' προστίθεται περίπτωση γ)α' που έχει ως εξής:

 

{γ)α) Ναυτικοί οι οποίοι έχουν υπηρετήσει κατά το τελευταίο 48μηνο της ναυτικής τους υπηρεσίας σε πορθμεία εσωτερικού, ανεξαρτήτως χωρητικότητας και ηλεκτρολόγοι Εμπορικού Ναυτικού που δεν είναι κάτοχοι διπλώματος ηλεκτρολόγου Εμπορικού Ναυτικού, δύνανται για την εφαρμογή της περίπτωσης α' να συνταξιοδοτούνται με βάση το μισθολόγιο της συλλογικής σύμβασης εργασίας των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων άνω των 1.500 κόρων ολικής χωρητικότητας. Στην περίπτωση αυτή υποχρεούνται να καταβάλουν τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ναυτικού υπέρ Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης Ναυτικών (ΚΕΑΝ) της ειδικότητας ναυτολόγησής τους κατά το τελευταίο 48μηνο και των ασφαλιστικών εισφορών των αντίστοιχων ειδικοτήτων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων άνω των 1.500 κόρων ολικής χωρητικότητας που ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης. Δεν καταβάλλουν τη διαφορά των ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Κεφαλαίου Επικουρικής Ασφάλισης Ναυτικών, εφόσον δεν λαμβάνουν σύνταξη από αυτό. Η διαφορά που προκύπτει καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε δώδεκα το πολύ ισόποσες μηνιαίες άτοκες δόσεις. Η αναπροσαρμοσμένη σύνταξη καταβάλλεται από τον επόμενο μήνα της εξοφλήσεως του ποσού της εξαγοράς.}

 

β. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 792/1978 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{Ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας πτυχιούχος ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος πανεπιστημιακού τομέα με γνώσεις και πείρα σε θέματα ασφάλισης ή δημόσιας διοίκησης.

 

Η σχέση εργασίας του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πλήρους απασχόλησης. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι πάσης φύσεως αποδοχές, αποζημίωση και έξοδα κινήσεως του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου.

 

Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 24 του νόμου 1469/1984 (ΦΕΚ 111/Α/1984). Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας η σχέση εργασίας του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να ορίζεται ως σχέση μερικής απασχόλησης.}

 

γ. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 7 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 792/1978 μετά τις λέξεις του Προέδρου προστίθεται η φράση αν είναι μερικής απασχόλησης.

 

στ. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου ισχύουν από 24-09-2002.

 

15. Σκηνοθέτες θεάτρου, κινηματογράφου, τηλεόρασης κ.λ.π. που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31-12-1992 και ασφαλίζονται στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών με την ιδιότητά τους αυτή μπορούν με αίτησή τους που θα υποβάλουν μέσα σε δύο χρόνια από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού να αναγνωρίσουν με εξαγορά στον κλάδο σύνταξης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών χρόνο αποδεδειγμένης απασχόλησής τους στο επάγγελμα και μέχρι 3.000 ημέρες κατ' ανώτατο όριο, για τον οποίο ασφαλίστηκαν είτε στο τέως Ταμείο Συντάξεων Ηθοποιών, Συγγραφέων και Τεχνικών Θεάτρου είτε στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Ως προς τον υπολογισμό του ποσού της εξαγοράς, τον τρόπο καταβολής του και την αξιοποίηση του ανωτέρω χρόνου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του νόμου [Ν] 1539/1985 (ΦΕΚ 64/Α/1985), με εξαίρεση την περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης όπου επιβάλλονται τα ποσοστά προσθέτων τελών που κάθε φορά ισχύουν για τις καθυστερούμενες εισφορές.

 

16. Οι με πλήρη απασχόληση Πρόεδροι και Διοικητές των ασφαλιστικών οργανισμών εξακολουθούν να διέπονται κατά τη διάρκεια της θητείας τους από το ασφαλιστικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης, της θέσης που κατείχαν πριν το διορισμό τους στη θέση αυτή και στην οποία επανέρχονται μετά τη λήξη ή τη διακοπή της θητείας τους.

 

Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των ανωτέρω φορέων βαρύνουν, του μεν εργοδότη τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο υπηρετούν, του δε ασφαλισμένου τους ίδιους και παρακρατούνται από το μισθό ή την πάγια αντιμισθία που λαμβάνουν.

 

Ως βάση υπολογισμού των εισφορών αυτών, λαμβάνεται υπόψη ο ασφαλιστέος μισθός της οργανικής τους θέσης, όπως αυτός θα διαμορφωνόταν αν συνέχιζαν να υπηρετούν σε αυτή.

 

17. Η προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 26 του νόμου [Ν] 1654/1986 (ΦΕΚ 177/Α/1986) παρατείνεται για ένα έτος από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.