Νόμος 3943/11 - Άρθρο 33

Άρθρο 33: Διαδικασίες της διαιτητικής επίλυσης διαφορών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το Σώμα Φορολογικών Διαιτητών επιλαμβάνεται του έργου του ύστερα από αίτηση του φορολογουμένου, η οποία υποβάλλεται στο Σώμα Φορολογικών Διαιτητών μέσα στην προθεσμία άσκησης της προσφυγής στο διοικητικό δικαστήριο και πρέπει να περιέχει όλα τα κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας στοιχεία του δικογράφου της προσφυγής. Αντίγραφο της αίτησης επιδίδεται, με τη φροντίδα του αιτούντος, στη φορολογική ή τελωνειακή αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης. Η φορολογική ή τελωνειακή αρχή πρέπει, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την επίδοση, να διαβιβάσει την αίτηση, μαζί με αντίγραφο της προσβαλλόμενης πράξης και της οικείας έκθεσης ελέγχου, στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος πρέπει να δηλώσει στο Σώμα Φορολογικών Διαιτητών αν το Δημόσιο συμφωνεί για τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς, μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την επίδοση της αιτήσεως στην αρμόδια φορολογική ή τελωνειακή αρχή. Αν υποβληθεί θετική δήλωση, καλείται ο αιτών, με έγγραφο του Σώματος Φορολογικών Διαιτητών που επιδίδεται σε αυτόν, να καταβάλει την προβλεπόμενη αμοιβή μέσα σε προθεσμία είκοσι ημερών από την επίδοση, διαφορετικά η υπόθεση τίθεται στο αρχείο του Σώματος Φορολογικών Διαιτητών.

 

2. Η αίτηση διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς μπορεί να υποβληθεί μετά την υποβολή αίτησης για διοικητική επίλυση της διαφοράς, κατά τις κείμενες διατάξεις ή την άσκηση προσφυγής στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή αντίγραφα της αίτησης, της θετικής δήλωσης του Δημοσίου για τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς και του αποδεικτικού εγγράφου καταβολής της αμοιβής των διαιτητών επιδίδονται, με τη φροντίδα του αιτούντος, στην αρμόδια φορολογική ή τελωνειακή αρχή και στον πρόεδρο του διοικητικού δικαστηρίου, κατά περίπτωση, οπότε η υπόθεση που εκκρεμεί στη φορολογική ή τελωνειακή αρχή ή στο δικαστήριο τίθεται στο αρχείο.

 

3. Αν η αίτηση για διαιτητική επίλυση της διαφοράς υποβληθεί πριν από την αίτηση διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ή την άσκηση της προσφυγής, η προθεσμία για την υποβολή αίτησης διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ή την άσκηση προσφυγής αρχίζει από την επίδοση στον αιτούντα βεβαίωσης του Σώματος Φορολογικών Διαιτητών για την υποβολή της αρνητικής δήλωσης από το Δημόσιο για τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς.

 

4. Αν κατατεθούν την ίδια ημέρα η αίτηση για διαιτητική επίλυση της διαφοράς και η προσφυγή, θεωρείται ότι έχει κατατεθεί πρώτη η αίτηση για διαιτητική επίλυση της διαφοράς.

 

5. Η διαφορά επιλύεται εάν το αντικείμενο είναι έως 150.000 € από έναν και στις άλλες περιπτώσεις από τρεις διαιτητές που κληρώνονται. Οι Φορολογικοί Διαιτητές εδρεύουν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη διεξάγονται φορολογικές διαιτησίες που αφορούν πράξεις φορολογικών αρχών που εδρεύουν στις περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Ηπείρου και Θεσσαλίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 47 του νόμου 4021/2011 (ΦΕΚ 218/Α/2011).

 

6. Η δικάσιμος για τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από δύο μήνες από την περιέλευση της θετικής δήλωσης του Δημοσίου για τη διαιτητική επίλυση της υπόθεσης. Οι απόψεις της διοικητικής αρχής υποβάλλονται στο Σώμα Φορολογικών Διαιτητών μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την υποβολή της θετικής δήλωσης. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται μέσα σε τρεις μήνες από τη συζήτηση της υπόθεσης. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, παύει αυτοδικαίως η εξουσία των διαιτητών για επίλυση της διαφοράς και αναβιώνει η προθεσμία για τη υποβολή αίτησης διοικητικής επίλυσης της διαφοράς και την άσκηση προσφυγής, εκτός αν οι διάδικοι συμφωνήσουν εγγράφως για την παράταση της προθεσμίας για ορισμένο χρονικό διάστημα.

 

7. Για τη διαιτητική επίλυση των φορολογικών διαφορών εφαρμόζονται κατά τα λοιπά, αναλόγως, οι οικείες διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ισχύουν κάθε φορά.

 

8. Αν η αίτηση διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς γίνει εν όλω ή εν μέρει δεκτή, η υπόθεση διαβιβάζεται από το Σώμα Φορολογικών Διαιτητών στο διοικητικό δικαστήριο για να προβεί στην ακύρωση ή τροποποίηση της προσβαλλόμενης πράξης, σύμφωνα με τα κριθέντα με τη διαιτητική απόφαση και μέσα στα όρια της αίτησης για διαιτητική επίλυση της διαφοράς. Αρμόδιο δικαστήριο είναι ο Πρόεδρος Πρωτοδικών ο οποίος δικάζει κατά τη διαδικασία της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του νόμου 2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α/1997), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του νόμου 3900/2010 (ΦΕΚ 213/Α/2010).

 

9. Κατά της διαιτητικής απόφασης χωρεί αίτηση ακυρώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 897 και 899 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως. Η εκδίκαση της αίτησης ακυρώσεως υπάγεται στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως. Η άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως δεν επηρεάζει την πρόοδο της διαδικασίας της προηγούμενης παραγράφου.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.