Νόμος 4141/13 - Άρθρο 37

Άρθρο 37: Ρυθμίσεις για τους φορολογικούς ελέγχους


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 67 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (νόμος 2238/1994 (ΦΕΚ 151/Α/1994)) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Όταν από τον προσωρινό έλεγχο διαπιστωθεί ότι τα φορολογικά στοιχεία δεν έχουν καταχωρηθεί ή έχουν καταχωρηθεί ανακριβώς στα τηρούμενα βιβλία, τότε η υπόθεση καθίσταται υποχρεωτικά ελεγκτέα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010).}

 

2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 67Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ο έλεγχος αυτός διενεργείται από τον Προϊστάμενο της ελεγκτικής υπηρεσίας για ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα θέματα και φορολογικά αντικείμενα εφόσον επιλεγούν προς έλεγχο από τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και διενεργείται στην ελεγκτική υπηρεσία με βάση:

 

α) τα στοιχεία του φακέλου,

β) τα δελτία πληροφοριών,

γ) τις εκθέσεις ελέγχου του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Ελέγχου και άλλων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών,

δ) τα βιβλία και στοιχεία που θα κληθεί να προσκομίσει ο φορολογούμενος,

ε) τα στοιχεία και τις πληροφορίες των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 17 του νόμου 3842/2010 και

στ) τα στοιχεία που προκύπτουν από τη μηχανογραφική επεξεργασία δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων.}

 

3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 67Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται και προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:

 

{5. Η επιλογή υποθέσεων που θα ελεγχθούν γίνεται από τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010). Ο προϊστάμενος της ελεγκτικής υπηρεσίας υποχρεούται να προτείνει στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων υποθέσεις για επιλογή με βάση επιβαρυντικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του.}

 

4. Από τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ελέγχονται οι υποθέσεις που παρουσιάζουν φορολογικό ενδιαφέρον. Η επιλογή προς έλεγχο των ως άνω υποθέσεων γίνεται με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010), καθώς και κριτήρια που σχετίζονται με τη δυνατότητα είσπραξης των ποσών που θα βεβαιωθούν. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζονται τα εν γένει στοιχεία και κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο υποθέσεων, τα μόρια που αντιστοιχούν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να ορίζεται δείγμα σε ποσοστό μέχρι 20% των υπαγομένων σε έλεγχο υποθέσεων χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, με βάση εν γένει επιβαρυντικά στοιχεία που βρίσκονται στις ελεγκτικές υπηρεσίες.

 

5. Από τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων, επιβολής του φόρου και λοιπών καταλογιστικών πράξεων, παρατείνεται το δικαίωμα αυτό για δύο ακόμα έτη πέραν του χρόνου που ορίζεται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής λήγει από 31-12-2013 και μετά.

 

6. Το άρθρο 80 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Η επιλογή των υποθέσεων, καθώς και των ετών που θα ελεγχθούν γίνεται με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, οι οποίες βασίζονται:

 

α) Σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως τη νομική μορφή, την κατηγορία των τηρουμένων βιβλίων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (προεδρικό διάταγμα 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/1992)) και του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (νόμος 4093/2012 (ΦΕΚ 222/Α/2012)), τον κλάδο ή τομέα δραστηριότητας, ανάλογα με την επικινδυνότητα και παραβατικότητα αυτού, την ύπαρξη παραβάσεων και παραλείψεων των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, ανάλογα με το είδος, τη βαρύτητα και τη συχνότητα εμφάνισής τους, την ύπαρξη στοιχείων από διασταυρώσεις του πληροφοριακού συστήματος ή από ελέγχους σε τρίτους υπόχρεους ή από τρίτες πηγές για απόκρυψη φορολογητέας ύλης ή διάπραξη φορολογικών αδικημάτων και την εν γένει φορολογική εικόνα και συμπεριφορά των υπόχρεων.

 

β) Σε οικονομικά δεδομένα, όπως ακαθάριστα έσοδα, δαπάνες, καθαρά κέρδη ή ζημιές, συντελεστές μικτού και καθαρού κέρδους, δεδομένα από δηλώσεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, καθώς και διαθέσιμα στοιχεία από βάσεις δεδομένων, στατιστική ανάλυση, εφαρμογή τεχνικών εξόρυξης δεδομένων και άλλες πηγές πληροφοριών.

 

γ) Σε χωροταξικά και χρονικά δεδομένα, όπως τόπος παραγωγής και διακίνησης, εποχιακές δραστηριότητες και τοπικές ιδιαιτερότητες. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζονται οι παραβάσεις ή παραλείψεις, τα στοιχεία και γενικά τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο δηλώσεων, τα μόρια που αντιστοιχούν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να ορίζεται και τυχαίο δείγμα υπαγόμενων σε έλεγχο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου.

 

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν ανάλογα και για τις λοιπές φορολογίες.

 

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του νόμου 2166/1993 (ΦΕΚ 137/Α/1993), του άρθρου 9 του Κεφαλαίου Β' του μέρους Α' του νόμου [Ν] 2324/1995 (ΦΕΚ 146/Α/1995), του άρθρου 2 του νόμου 2733/1999 (ΦΕΚ 155/Α/1999) και του άρθρου 20 του νόμου [Ν] 3371/2005 που προβλέπουν τον κατά προτεραιότητα φορολογικό έλεγχο κατηγοριών υπόχρεων εξακολουθούν να ισχύουν.

 

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από το χρόνο έκδοσης των οικείων αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και κατά τα τυχόν ειδικότερα οριζόμενα από αυτές.

 

5. Η επιλογή των προς έλεγχο υποθέσεων και ετών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 66 έως 67Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (νόμος 2238/1994 (ΦΕΚ 151/Α/1994)) και του άρθρου 48 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (νόμος 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000)).}

 

7. Μετά την περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται περίπτωση δ' ως εξής:

 

{ή δ) περιέλθουν στις φορολογικές αρχές στοιχεία κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 26 του νόμου 3728/2008 (ΦΕΚ 258/Α/2008).}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.