Νόμος 4152/13 - Άρθρο ia

Παράγραφος ΙΑ: Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Υποπαράγραφος ΙΑ.1: Πάγια ρύθμιση των οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και λοιπές διατάξεις

 

1. Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου δύνανται μετά από αίτηση των οφειλετών και εφόσον συντρέχει πραγματική αδυναμία για την καταβολή τους, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται σε 12 ισόποσες μηνιαίες δόσεις.

 

2. H υπαγωγή στη ρύθμιση για οφειλές άνω των 10.000,00 € γίνεται μόνο εφόσον οι ενδιαφερόμενοι αποδεικνύουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν στο ύψος της μηνιαίας δόσης και εφόσον προσκομίσουν τα απαραίτητα στοιχεία που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης των οφειλών τους τη δεδομένη χρονική στιγμή περιλαμβανομένων λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με το εισόδημά τους, τα χρηματικά διαθέσιμά τους, την ακίνητη περιουσία τους και το σύνολο των οφειλών τους.

 

Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση απορρίπτεται εάν τα παρασχεθέντα στοιχεία είναι ανακριβή ή ανεπαρκή. Τα παρασχεθέντα στοιχεία τα οποία πρέπει να αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα του διακανονισμού, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 8 της υποπαραγράφου αυτής, σύμφωνα με τις κάτωθι κατηγοριοποιήσεις:

 

α)α) Για οφειλές από 10.000,00 € έως 50.000,00 € κρίνεται από τον οικείο φορέα κοινωνικής ασφάλισης η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.

 

β)β) Για οφειλές άνω των 50.000,00 € ο οφειλέτης πρέπει επιπλέον να προσκομίζει βεβαίωση από ανεξάρτητο τρίτο φορέα περί της ορθότητας των οικονομικών στοιχείων, καθώς και δικαιολογητικά τα οποία να αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού, με δαπάνες που βαραίνουν τον ίδιο.

 

γ)γ) Για οφειλές άνω των 150.000,00 € ο οφειλέτης υποχρεούται πλέον των ανωτέρω να προβεί στη παροχή εγγυήσεων ή εμπράγματων εξασφαλίσεων ίσης αξίας με τη συνολική οφειλή. Η αξία της εξασφάλισης θα καθοριστεί από τον τρίτο εκτιμητή. Οι ανεξάρτητοι εκτιμητές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας σύμφωνα με την περίπτωση 7 της παρούσας υποπαραγράφου. Σε κάθε περίπτωση ως ανεξάρτητοι τρίτοι εκτιμητές αναγνωρίζονται οι ορκωτοί λογιστές και οι κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος.

 

Η πιστοποίηση από τον ανεξάρτητο εκτιμητή εξετάζει όλες τις υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το κράτος και προς τρίτους, τη συνολική περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη συμπεριλαμβανομένης της παροχής επαρκών εγγυήσεων και εφόσον βεβαιώνεται αδυναμία άμεσης καταβολής της οφειλής χορηγείται η διευκόλυνση της τμηματικής καταβολής. Επίσης εξετάζονται και τα αποτελέσματα επί της αναμενόμενης ρευστότητας από την ενδεχόμενη υπαγωγή του οφειλέτη σε άλλους διακανονισμούς με το Δημόσιο ή με ιδιωτικούς φορείς. Η εμπράγματη εξασφάλιση επί της διαθέσιμης ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη πρέπει να εξασφαλιστεί. Σε περίπτωση ύπαρξης επαρκών χρηματικών διαθεσίμων η οφειλή δεν υπάγεται στη ρύθμιση και γίνεται άμεσα απαιτητή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή σε ρύθμιση είναι να έχουν υποβληθεί οι εκ του νόμου προβλεπόμενες δηλώσεις ασφάλισης για τα τελευταία 5 έτη. Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση οφειλές που αφορούν οφειλέτες που έχουν καταδικαστεί για φοροδιαφυγή.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του νόμου 4225/2014 (ΦΕΚ 2/Α/2014), με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του νόμου 4225/2014 (ΦΕΚ 2/Α/2014).

 

3. Αρμόδια όργανα για την έκδοση απόφασης υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση είναι:

 

α) Για το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών: Οι διευθυντές των οικείων περιφερειακών ή τοπικών υποκαταστημάτων ή οι διευθυντές των οικείων ταμείων προκειμένου για περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών.

 

β) Για τους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς: Ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου φορέα ή οι διευθυντές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών ή λοιπών τοπικών μονάδων.

 

γ) Οποιαδήποτε άλλη οργανική μονάδα του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

 

4. Οι πληρωμές θα διενεργούνται με τη διαδικασία αυτόματης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού. Η καταβολή της πρώτης δόσης ή η εφάπαξ εξόφληση των καθυστερούμενων εισφορών γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου της υποβολής της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του άρθρου αυτού μήνα για όλους τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, πλην Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών και του τέως Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών .Ειδικά για το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και το τέως Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών ως καταληκτική ημερομηνία ορίζεται η τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα διεκπεραίωσης των διαδικασιών ελέγχου. Σε περίπτωση που αυτές περατωθούν μετά την 20η ημέρα εκάστου μηνός, η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται μέχρι την 5η ημέρα του επόμενου μήνα της διεκπεραίωσης του ελέγχου. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

 

5. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον τηρούνται με συνέπεια οι όροι αυτής:

 

α. Χορηγείται στους υπόχρεους μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής, στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής.

 

β. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 86/1967 (ΦΕΚ 136/Α/1967), όπως ισχύει σήμερα και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται.

 

γ. Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων εφόσον έχει πληρωθεί η πρώτη δόση. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

 

δ. Αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του νόμου 2556/1997 (ΦΕΚ 270/Α/1997).

 

6.α. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης επιτρέπεται η καθυστέρηση πληρωμής 1 δόσης και η καταβολή αυτής γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της επόμενης δόσης με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής 15%.

 

β. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης κατά τη διάρκεια της ρύθμισης είτε η δημιουργία νέας φορολογικής ή ασφαλιστικής οφειλής, έχουν ως συνέπεια για το σύνολο της οφειλής:

 

α)α) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,

 

β)β) την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων προσαυξήσεων,

 

γ)γ) την επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα,

 

δ)δ) την κατάπτωση των εγγυήσεων της περίπτωσης γ.γ' της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.

 

γ. Το ποσό της κύριας οφειλής που υπάγεται στην παρούσα ρύθμιση επιβαρύνεται από 01-01-2013 με ετήσιο επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, προσαυξημένο κατά 800 μονάδες βάσης (δηλαδή 8%).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 της υποπαραγράφου Ε.1 του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015 (ΦΕΚ 94/Α/2015).

 

7. Η εφαρμογή των εδαφίων β)β' και γ)γ' της περίπτωσης 2, όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις βεβαίωσης από ανεξάρτητο τρίτο φορέα, παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας, καθώς και της βιωσιμότητας του διακανονισμού αναστέλλεται για χρονικό διάστημα πέντε ετών δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ' εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 προστέθηκε με την παράγραφο 1 της υποπαραγράφου Ε.1 του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015 (ΦΕΚ 94/Α/2015) και τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του νόμου [Ν] 4578/2018 (ΦΕΚ 200/Α/2018).

 

Παράταση ισχύος της παραγράφου 7 της υποπαραγράφου ΙΑ.1 της παραγράφου ΙΑ' του άρθρου πρώτου του νόμου 4152/2013 (Α' 107) Η ισχύς της παραγράφου 7 της υποπαραγράφου ΙΑ.1 της παραγράφου

 

ΙΑ' του άρθρου πρώτου του νόμου 4152/2013 (Α' 107) παρατείνεται για 3 έτη από τη λήξη της. Σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενης υπαγωγής στη ρύθμιση με δημιουργία νέων οφειλών, ο φορέας διατηρεί το δικαίωμα να απαιτήσει την προσκόμιση του συνόλου ή μέρους των προβλεπόμενων στοιχείων και διασφαλίσεων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 4578/2018 (ΦΕΚ 200/Α/2018).

 

 

 

 

8. Το ποσόν της κύριας οφειλής που υπάγεται στην παρούσα ρύθμιση επιβαρύνεται από το μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, προσαυξημένο πλέον 5 εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο. Για τις οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση το επιτόκιο επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο για τον υπολειπόμενο αριθμό των ανεξόφλητων δόσεων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 προστέθηκε με την παράγραφο 1 της υποπαραγράφου Ε.1 του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015 (ΦΕΚ 94/Α/2015).

 

9. (πρώην 7) Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ.2: Ρύθμιση νέας αρχής των οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και λοιπές διατάξεις

 

1. Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, υπάγονται στη ρύθμιση νέας αρχής και καταβάλλονται ως ακολούθως:

 

α. Κεφαλαιοποίησή τους, συμπεριλαμβανομένων και των πάσης φύσεως προσαυξήσεων μέχρι τις 31-12-2012 και καταβολή αυτών εφάπαξ ή σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, όπως αυτές προσδιορίζονται στην αίτηση, με τις εξής αντίστοιχες εκπτώσεις επί των κάθε είδους προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων. Η μείωση είναι της τάξης του 25% στις προσαυξήσεις εάν το χρέος εξοφληθεί μέχρι 30-06-2017, 30% εάν εξοφληθεί μέχρι 30-06-2016, 35% εάν εξοφληθεί μέχρι 30.6.2015, 40% εάν εξοφληθεί μέχρι 30-06-2014 και 50% εάν εξοφληθεί μέχρι 01-07-2013.

 

β. Οι οφειλέτες πρέπει να προσκομίζουν φορολογική ενημερότητα ή βεβαίωση οφειλής κατά περίπτωση, προκειμένου να αξιολογείται η δυνατότητα ανταπόκρισης στην παρούσα ρύθμιση.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ.2.1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του νόμου 4180/2013 (ΦΕΚ 182/Α/2013) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 12 του νόμου 4225/2014 (ΦΕΚ 2/Α/2014).

 

2. α. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση σε κάθε περίπτωση και ανεξαρτήτως ποσού οφειλής πρέπει ο αιτών να αποδεικνύει ότι μπορεί να ανταποκριθεί στο ύψος της μηνιαίας δόσης. Κατ' εξαίρεση για φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα για οφειλές έως 5.000,00 € - εφόσον δηλώσουν αδυναμία εξόφλησης της οφειλής εφάπαξ ή έως 48 δόσεις - ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται βάσει του εισοδήματός τους, με μέγιστο αριθμό δόσεων τις 100 ή ελάχιστο ποσό δόσης τα 50,00 €.

 

β. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση για οφειλές άνω των 10.000,00 € οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να προσκομίσουν τα απαραίτητα στοιχεία που αποδεικνύουν την αδυναμία πληρωμής των οφειλών τους σε συντομότερο χρόνο, περιλαμβανομένων λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με το εισόδημά τους, τα χρηματικά διαθέσιμά τους, την ακίνητη περιουσία τους και το σύνολο των οφειλών τους. Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση απορρίπτεται εάν τα παρασχεθέντα στοιχεία είναι ανακριβή ή ανεπαρκή. Τα παρασχεθέντα στοιχεία τα οποία πρέπει να αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα του διακανονισμού, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 7 της υποπαραγράφου αυτής, σύμφωνα με τις κάτωθι κατηγοριοποιήσεις:

 

α)α) Για οφειλές άνω των 75.000,00 € ο οφειλέτης πρέπει επιπλέον να προσκομίζει βεβαίωση από ανεξάρτητο εκτιμητή περί της ορθότητας των οικονομικών στοιχείων, καθώς και τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή, με δαπάνες που βαραίνουν τον ίδιο.

 

β)β) Για οφειλές άνω των 300.000,00 € ο οφειλέτης υποχρεούται πλέον των ανωτέρω να προβεί στη παροχή εγγυήσεων ή εμπράγματων εξασφαλίσεων ίσης αξίας με τη συνολική οφειλή. Η αξία της εξασφάλισης θα καθοριστεί από τον τρίτο εκτιμητή. Οι ανεξάρτητοι εκτιμητές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας σύμφωνα με την περίπτωση 10 της παρούσας υποπαραγράφου. Σε κάθε περίπτωση, ως ανεξάρτητοι τρίτοι εκτιμητές αναγνωρίζονται οι ορκωτοί λογιστές και οι κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος. Η πιστοποίηση από τον ανεξάρτητο εκτιμητή εξετάζει όλες τις υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το κράτος και προς τρίτους, τη συνολική περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη συμπεριλαμβανομένης της παροχής επαρκών εγγυήσεων και εφόσον βεβαιώνεται αδυναμία άμεσης καταβολής της οφειλής χορηγείται η διευκόλυνση της τμηματικής καταβολής. Επίσης εξετάζονται και τα αποτελέσματα επί της αναμενόμενης ρευστότητας από την ενδεχόμενη υπαγωγή του οφειλέτη σε άλλους διακανονισμούς με το Δημόσιο ή με ιδιωτικούς φορείς. Η εμπράγματη εξασφάλιση επί της διαθέσιμης ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη πρέπει να εξασφαλιστεί. Σε περίπτωση ύπαρξης επαρκών χρηματικών διαθεσίμων η οφειλή δεν υπάγεται στη ρύθμιση και γίνεται άμεσα απαιτητή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή σε ρύθμιση είναι να έχουν υποβληθεί οι εκ του νόμου προβλεπόμενες δηλώσεις ασφάλισης για τα τελευταία 5 έτη. Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση οφειλές που αφορούν οφειλέτες που έχουν καταδικαστεί για φοροδιαφυγή.

 

γ. Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση απορρίπτεται εάν τα παρασχεθέντα στοιχεία είναι ανακριβή ή ανεπαρκή.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4158/2013 (ΦΕΚ 126/Α/2013), με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του νόμου 4225/2014 (ΦΕΚ 2/Α/2014), με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του νόμου 4225/2014 (ΦΕΚ 2/Α/2014).

 

3. Αρμόδια όργανα για την έκδοση απόφασης υπαγωγής στη ρύθμιση νέας αρχής είναι:

 

α) Για το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών: Οι διευθυντές των οικείων περιφερειακών ή τοπικών υποκαταστημάτων ή οι διευθυντές των οικείων ταμείων προκειμένου για περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών.

 

β) Για τους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς: Ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου φορέα ή οι διευθυντές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών ή λοιπών τοπικών μονάδων.

 

γ) Οποιαδήποτε άλλη οργανική μονάδα του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού, Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

 

4. Οι πληρωμές θα διενεργούνται με τη διαδικασία αυτόματης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4158/2013 (ΦΕΚ 126/Α/2013).

 

5. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4158/2013 (ΦΕΚ 126/Α/2013).

 

6. Στην ίδια ρύθμιση υπάγονται, μόνο αν ζητηθεί από τον οφειλέτη:

 

α) οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης,

 

β) ληξιπρόθεσμα χρέη μέχρι την (συμπεριλαμβανομένης και την) 31-12-2012 τα οποία έχουν υπαχθεί σε άλλες ρυθμίσεις που είναι σε ισχύ και πληρώνονται οι δόσεις χωρίς καθυστέρηση, εάν η παρούσα ρύθμιση έχει τον ίδιο ή μικρότερο αριθμό δόσεων και δεν εκτείνεται πέραν της 30-06-2017.

 

7. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον τηρούνται με συνέπεια οι όροι αυτής:

 

α) Χορηγείται στους υπόχρεους μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής, στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής.

 

β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 86/1967 (ΦΕΚ 136/Α/1967), όπως ισχύει σήμερα και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται.

 

γ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων εφόσον έχει πληρωθεί η πρώτη δόση. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

 

δ) Αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του νόμου 2556/1997 (ΦΕΚ 270/Α/1997).

 

8. α. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης επιτρέπεται η καθυστέρηση πληρωμής 1 δόσης και η καταβολή αυτής γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της επόμενης δόσης με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής 15%.

 

β. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης κατά τη διάρκεια της ρύθμισης είτε η δημιουργία νέας φορολογικής ή ασφαλιστικής οφειλής, έχει ως συνέπεια για το σύνολο της οφειλής:

 

α)α) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,

β)β) την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων προσαυξήσεων,

γ)γ) την επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα,

δ)δ) την κατάπτωση των εγγυήσεων της περίπτωσης β.β' της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.

 

γ. Το ποσό της κύριας οφειλής που υπάγεται στη παρούσα ρύθμιση επιβαρύνεται από 01-01-2013 με ετήσιο επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, προσαυξημένο κατά 800 μονάδες βάσης (δηλαδή 8%).

 

δ. Οι πληρωμές θα διενεργούνται με τη διαδικασία αυτόματης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού.

 

ε. Μετάβαση από τη ρύθμιση της νέας αρχής στην πάγια ρύθμιση δεν επιτρέπεται.

 

9. Για τους οφειλέτες που υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις της παρούσας και για χρονικό διάστημα δέκα ημερών:

 

α. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 86/1967 (ΦΕΚ 136/Α/1967), όπως ισχύει σήμερα.

 

β. Αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται.

 

10. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.

 

11. Τα προβλεπόμενα πρόσθετα τέλη του εδαφίου δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951 (ΦΕΚ 179/Α/1951), όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 21 του νόμου 4075/2012 (ΦΕΚ 89/Α/2012), παύουν να ισχύουν για ασφαλιστικές εισφορές, υπέρ του εκάστοτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης πλην του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, από 01-01-2013 και εφεξής, οι οποίες δεν καταβάλλονται εμπροθέσμως και αντικαθίστανται από ένα ετήσιο επιτόκιο που ισούται με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συν ένα περιθώριο 800 μονάδων βάσης (δηλαδή 8%), υπολογισμένο σε ετήσια βάση και με αναδρομική εφαρμογή από 01-01-2013.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 11 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4158/2013 (ΦΕΚ 126/Α/2013).

 

12. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 63 του νόμου 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α/2011) αντικαθίστανται ως ακολούθως:

 

{Το μέτρο της κατάσχεσης εις χείρας τρίτων που έχει επιβληθεί στους οφειλέτες του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών για τη διασφάλιση των απαιτήσεων του Ιδρύματος αίρεται με την υπαγωγή του οφειλέτη σε καθεστώς ρύθμισης, κατόπιν σχετικού αιτήματος.

 

Αποδιδόμενα ποσά από κατασχέσεις εις χείρας τρίτων που είχαν επιβληθεί πριν την υπαγωγή σε καθεστώς ρύθμισης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη τρεχουσών δόσεων της ρύθμισης.}

 

13. Για τις επιχειρήσεις της παραγράφου 5)ε του άρθρου 8 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951, όπως ισχύει, που θα υπαχθούν σε καθεστώς ρύθμισης ή που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης προηγούμενων διατάξεων και είναι συνεπείς με τους όρους αυτών, θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, χωρίς παρακράτηση, εφόσον το έργο για το οποίο χορηγείται το πιστοποιητικό δεν οφείλει τρέχουσες ή καθυστερούμενες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής του έργου θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής με παρακράτηση τη συνολική οφειλή του έργου.

 

14. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων των υποπαραγράφων ΙΑ.1. και ΙΑ.2. καταργείται η δυνατότητα νέας υπαγωγής σε κάθε υφιστάμενη ρύθμιση.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ.3: Πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ

 

Στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δημιουργείται το Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, με το οποίο - βάσει της ηλεκτρονικής υποβολής, που προβλέπει η 5072/6/25-02-2013 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (ΦΕΚ 449/Β/2013) - με συνεχή ενημέρωση και σε πραγματικό χρόνο μετρώνται οι ροές απασχόλησης στον ιδιωτικό μισθωτό τομέα της οικονομίας και αποτυπώνονται κρίσιμα στοιχεία της αγοράς εργασίας. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ορίζονται τα στοιχεία της καταγραφής, που δημοσιεύονται σε μηνιαία βάση τη δεκάτη ημέρα του επόμενου της καταγραφής μήνα. Με όμοια απόφαση δύναται να καθοριστεί και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της υποπαραγράφου αυτής.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ.4: Ασφαλιστικό καθεστώς υποδιοικητών ασφαλιστικών οργανισμών

 

Η διάταξη της παραγράφου 16 του άρθρου 15 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004) ισχύει και για τους Υποδιοικητές των Ασφαλιστικών Οργανισμών.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.